Πέμπτη 31 Μαρτίου 2016

Ρε κορίτσια! Δεν πάτε να σπάσετε κανένα πιάτο, πριν πάθετε ολοκληρωτική σ υ ν θ λ ι β ή;



 
Ώρες-ώρες (και συχνά), αυτές οι τζιχαντίστριες του ολοκληρωτικού φεμινισμού έχουν μεγάλη πλάκα –αν εξαιρέσουμε βέβαια τον τρόμο που σου φέρνει η σκέψη ότι μπορεί (όλα γίνονται, εκτός απ’ του σπανού τα γένια) να ερωτευτείς κάποια από αυτές. Το τελευταίο τέτοιο περιστατικό που υπέπεσε στην αντίληψή μου είναι ένα άρθρο που υπογράφεται από την Αλίκη Κοσυφολόγου (σεσημασμένη) και τη Λίνα Θεοδώρου και δημοσιεύθηκε χθες στο σχετικά καινούργιο ορφανοτροφείο τού «αριστερού ευρωπαϊσμού», το k-lab.zone. Στο άρθρο τους καταπιάνονται με την ανάλυση από φεμινιστική σκοπιά τού προχθεσινού περιστατικού με την αεροπειρατεία τού διαταραγμένου Αιγύπτιου για τα μάτια τής πρώην γυναίκας του. Και το τερματίζουν σχεδόν εντελώς τελείως! Διότι εντάσσουν το γεγονός στις πατριαρχικές εξουσιαστικές σχέσεις, χύνουν άφθονα δάκρυα για τον ψυχολογικό εκβιασμό, και σε τελική ανάλυση τη βία, που υπέστη η πρώην σύζυγος και, μάλιστα, δεν παραλείπουν να ψέξουν και την Αριστερά επειδή πέρασε λίγο στο ντούκου την «ανδρική βαρβαρότητα»! Τα κορίτσια είναι αλλού γι’ αλλού! Προφανώς, έχουν την εντύπωση ότι οι γυναικείες απειλές «αν μ’ αφήσεις θα φαρμακωθώ!» είναι κάτι που συμβαίνει μόνο στις παλιές ελληνικές ταινίες –στα «Κόκκινα φανάρια», λόγου χάρη– κι αυτό μόνο και μόνο επειδή οι σκηνοθέτες τους ήταν «φαλλοκρατικά σκουλήκια» που ήθελαν να δυσφημήσουν το γυναικείο φύλο! Και είναι τόσος ο «φεμινιστικός οίστρος» τους, που ενώ μοιρολογούν σαν Μανιάτισσες μοιρολογίστρες για την καημένη την πρώην κυρία Σαμάχα, ξεχνούν να πουν έστω και δύο λόγια για τους 81 επιβαίνοντες στο αεροπλάνο που είδαν το Χριστό φαντάρο και τον Μωάμεθ πυροσβέστη! Άμα δεν σκέφτηκαν όλα αυτά, πού να σκεφτούν ότι, αν ξαφνικά έπεφτε σε κανέναν άτυχο έρωτα κι έχανε τα φρένα του αυτό το «ανθρώπινο υποκείμενο» ή κάποιο άλλο με την ίδια παράτολμη γενναιότητα, το έργο θα μπορούσε κάλλιστα να παιχτεί με γυναίκα πρωταγωνίστρια!

Το πιο ορέο όμως είναι άλλο. Συνδέουν το περιστατικό και την καψούρα εν γένει αποκλειστικά με τις ετεροφυλικές σχέσεις. Τα καημένα τα κορίτσια... Φαίνεται ότι δεν πολυκυκλοφορούν κι έτσι δεν έχει τύχει ποτέ να δουν σκηνή ζηλοτυπίας μεταξύ δύο ζευγαρωμένων λεσβιών, όπου το μπουνίδι να έπεσε σύννεφο (μαζί με κάνα δυο δόντια...). Γι’ αυτό, κρίνουμε σκόπιμο ζήτημα ζωής (τους) και θανάτου να τους πούμε από εδώ:

Ψιτ, συντρόφισσες! Σταματήστε, μανάρια μου, για λίγο, να βγάζετε τα ματάκια σας με τ@ Τζούντιθ Μπάτλερ και τον Φουκώ και βγείτε και λίγο έξω να ξεδώσετε. Και –γιατί όχι;– πέστε και σε κανέναν έρωτα μεγάλο! Και ευτυχή! Έτσι ώστε να μη χρειαστεί να κάνετε κι εσείς κάποια μέρα αεροπειρατεία, αλλά, απλώς(;), να νιώσετε την ψυχική ανάγκη που γεννούν «τα ρω τού έρωτα» να ‘‘κατεβάσετε’’ το τραπέζι με ό,τι έχει επάνω του εκείνη τη στιγμή για τα μάτια τ@! Δοκιμάστε το και θα δείτε τι ωραία που θα νιώσετε –ακούτε κι εμάς, κάτι ξέρουμε κι εμείς τα «φαλλοκρατικά σκουλήκια». Εντάξει, τυπικά απαγορεύεται το σπάσιμο, αλλά ξέρουμε μερικά μαγαζιά όπου κάνουν τα στραβά μάτια και όποτε θέλετε σας δίνουμε τις αντρέσες τους μετά χαράς!

ЖΟЖΟЖΟЖΟЖ

 


από Αλίκη Κοσυφολόγου Λίνα Θεοδώρου

 
«Κούλα μ’ ακούς; Πολύ κωλόπαιδο αυτός ο Κυριάκος» επαναλάμβανε ο Στάθης Ψάλτης από τις συχνότητες του πειρατικού ραδιοσταθμού Ράδιο Καψούρα, που λειτουργούν με την παρέα στην ταινία «Βασικά Καλησπέρα σας» (1982), θέλοντας με αυτό τον τρόπο να εκφράσει δημόσια τον έρωτα/καψούρα του προς την Κούλα, η οποία όμως διατηρεί δεσμό με τον Κυριάκο.

Παρενόχληση, «stalking» [σ.1], συναισθηματική βία; Θα μπορούσε να περιγράψει κάτι από αυτούς τους όρους την συμπεριφορά του καθ’ όλα συμπαθούς χαρακτήρα του Στάθη; Μα πώς θα ήταν δυνατό να συμβαίνει κάτι τέτοιο θα μας πείτε; Αυτός ο «γλυκός» και χαριτωμένα αστείος «καψούρης» μπορεί να ευθύνεται για τέτοιο κακό; Μήπως τότε να πιούμε και οι υπόλοιποι στην υγειά της καψούρας του, αναγνωρίζοντας το μεγαλείο της ανδρικής του καρδιάς;

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή:

Ενώ διανύουμε μια περίοδο γενικευμένης αναστάτωσης, από την Μέση Ανατολή ως την Δυτική απέναντι στην άνοδο εξτρεμιστικών οργανώσεων, του ΙΣΙΣ, κλπ., το πρωί της 29ης Μαρτίου μια διαφορετική αεροπειρατεία ήρθε να ταράξει τη γραμμική πλέον αφήγηση των δελτίων ειδήσεων. Η υπόθεση ήθελε τον Αιγύπτιο Ιμπραχίμ Σαμάχα ζωσμένο με (ψεύτικα όπως πλέον απεδείχθη) εκρηκτικά σε πτήση της Egypt Air, να απειλεί να ανατιναχθεί αν δε γινόταν δεκτό το μοναδικό αίτημά του, να μεταφερθεί δηλαδή επιστολή του στην Κύπρια τέως σύζυγό του. Η αφήγηση, που αναπαράχθηκε από μίντια και κοινωνικά δίκτυα, καθώς θεωρήθηκε αισθησιακή, εξιστορούσε την παλαβή πλην ρομαντική πράξη καψούρας ενός ανδρός, ο οποίος έπραξε το αδιανόητο για τον έρωτα της ζωής του. Ωστόσο, λίγο αργότερα οι πληροφορίες άρχισαν να γίνονται αντικρουόμενες τόσο προς την ταυτότητα του δράστη, το οποίο τα διεθνή μέσα μπέρδεψαν με άλλο, όσο και για τα κίνητρα του, τα οποία προς ώρας παραμένουν αδιευκρίνιστα.

Όσο και αν δεν μπορούμε να σχολιάσουμε το περιστατικό μέχρι να αποσαφηνιστεί το πλαίσιο και τα πραγματικά αίτια που υποκίνησαν τις «απονενοημένες» ενέργειες του δράστη –εδώ που τα λέμε δεν είναι και μικρό πράγμα να κάνεις αεροπειρατεία–, σίγουρα είναι μια καλή ευκαιρία να επιχειρήσουμε μια ανατομία των ερωτικών σχέσεων, και δη των ετεροκανονικών, κυρίως με την αφορμή της δημόσιας πρόσληψης του ίδιου του γεγονότος.

Το περιστατικό, το οποίο απροβλημάτιστα παρουσιάζεται ως μια μορφή έκφρασης μεγάλου έρωτα κάτι που αποδείχθηκε ψευδές καθώς στην πραγματικότητα αποτελούσε μια ακραία μορφή εκβιασμού και συναισθηματικής βίας για να υποχρεωθεί μια γυναίκα να επικοινωνήσει με κάποιο άνθρωπο, τον οποίο προφανώς δε θα ήθελε να δει, για να προέβαινε ο τελευταίος σε μια τέτοια πράξη. Η υπαγωγή της παραπάνω συμπεριφοράς σε ένα ευρύτερο σύστημα καταπιεστικών σχέσεων της πατριαρχίας και του σεξισμού, συσκοτίζεται εν προκειμένω, εν όψει του ανιδιοτελούς έρωτα, εν ονόματι του οποίου οι «αιώνιοι καψούρηδες» προτιμούν να αγνοήσουν οποιαδήποτε ένδειξη ότι η ίδια η επιτέλεση της αγάπης και του έρωτα συγκροτείται διά τέτοιων εξουσιαστικών δομών. Οι υπεκφυγές, ακολουθούν το γνωστό μοντέλο είτε της παραγνώρισης της σημασίας του συμβάντος, κατά τη συνήθη πρακτική της αριστεράς [σ.2]  αναφορικά με σειρά τέτοιων εκφράσεων ενδοοικογενειακής βίας, σωματικής-λεκτικής-ψυχολογικής, κακοποιήσεων και γυναικοκτονιών, οι οποίες σε αντίθεση με τα αντίστοιχα σοβαρά ρατσιστικά εγκλήματα δεν προκαλούν τον ίδιο πανικό, είτε μέσω της ψυχολογιοποίησης του δράστη ως παράφρονα [σ.3].

Στο σημείο αυτό, χωρεί μια ανάλυση για την ίδια την ετεροφυλική σχέση, η οποία παρά την προβληματοποίησή της σχεδόν τρεις δεκαετίες [σ.4], παραμένει ένα διακύβευμα. Στο πλαίσιο της νεωτερικής πατριαρχίας και της ετεροκανονικότητας, οι δύο αντιπαραθετικά συγκροτούμενοι πόλοι, αναδύονται σε μια καταστατική ανισότητα, η οποία διαπροσωπικά και κοινωνικά αποκτά συγκεκριμένες μορφές επιτέλεσης και διαμεσολάβησης, σε σχέση με τις εκάστοτε ιστορικό-πολιτισμικές συνθήκες. Η αρρενωπότητα αναλαμβάνει θέση σημειολογικής υπεροχής και επιτελεί ως τέτοια αλλά και διά του δημοσίου λόγου τον έλεγχο και τη ρύθμιση της θηλυκότητας. Εντός, λοιπόν, των διαπροσωπικών ερωτικών σχέσεων, τα πλέγματα εξουσίας των συστημάτων, που ορίζουν το κοινωνικό είναι [σ.5], διαμορφώνουν σε επίπεδο μικροφυσικής την «ανισορροπία» των σχέσεων, και οριοθετούν το πεδίο δράσης των μερών, τις σεξουαλικές επαφές, το δικαίωμα επί του άλλου. Αυτό το καθεστώς, που σε πολλά κράτη δε στοιχειοθετεί νόμιμη/άμεση αλλά έμμεση εξουσία επί της θηλυκότητας και επί των γυναικείων σωμάτων, αποτελεί την αναγκαία συνθήκη για τη συγκρότηση του διανοήσιμου των σεξουαλικών επιθέσεων και βιασμών, της βίας, κοκ.

Αυτές οι καταστάσεις ακραίας εξουσίας αποτελούν την ποινικά αναγνωρισμένη όψη του πατριαρχικού συστήματος, καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις διαπροσωπικές σχέσεις δεν οδηγούνται στα άκρα, όπως άλλωστε και με κάθε σύστημα εξουσίας. Εντούτοις, αυτό δεν αθωώνει όλες τις μη κακουργηματικές πράξεις, τις οποίες βιώνουν καθημερινά γυναίκες, λεκτικές προσβολές, έλεγχος των σωμάτων τους, ψυχολογική βία. Άλλωστε, κομίζουμε γλαύκα εις Αθήνας όταν επαναλαμβάνουμε ότι ο ίδιος ο θεσμός της οικογένειας και της μονογαμίας, σκοπό έχει την αναπαραγωγή αυτής της εξουσιαστικής σχέσης, της επιταγής προς τεκνοποιία, της φυσικοποίησης της θηλυκότητας, την νομιμοποίηση εν τέλει μιας σεξιστικής πρακτικής.

«Όχι» σημαίνει «Όχι»

Επιστρέφοντας στο περιστατικό, το οποίο ενώ αποτελεί εκβιασμό με την πολύ στενή έννοια του Ποινικού Κώδικα, δημιούργησε μια περιρρέουσα συμπάθεια, ακριβώς γιατί κανείς μπορεί να ταυτιστεί με το δράστη, καθώς πιθανά και ο ίδιος έχει βρεθεί σε μια παρόμοια θέση. Προφανώς όχι του διαταραγμένου αεροπειρατή, αλλά του αρρενωπού cis άντρα, [σ.σ.: cis: άτομα που ακολουθούν πιστά το σεξουαλικό προσανατολισμό ο οποίος ορίζεται από τη φυσική ανατομία τους· εν προκειμένω ο άντρας Αιγύπτιος] που ένιωσε μια ή περισσότερες φορές την ανάγκη να εκβιάσει μια θηλυκή υποκειμενικότητα, είτε λόγου χάριν επιμένοντας σε ένα εμφανώς αδιέξοδο φλερτ, είτε εμφανιζόμενος απρόσκλητα στο κατώφλι της συντρόφου του κοκ.

Με λίγα λόγια, όλες οι ετεροκανονικές σχέσεις διαπερνώνται σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό από τα ως άνω στοιχεία, μερικά εκ των οποίων έχουν ποινικοποιηθεί, μερικά δε θεωρούνται καθώς πρέπει, και μερικά θεωρούνται χαριτωμένες/ρομαντικές εκδηλώσεις του έρωτα. Η αναγνώριση ότι στον παρόντα κοινωνικό σχηματισμό οι διαπροσωπικές σχέσεις διαμορφώνονται πατριαρχικά, είναι ένα βαρίδι για τ@ καθένα και καθεμιά, ωστόσο μόνο με την αναγνώριση αυτή θα μπορέσει να ψηλαφηθεί η πολιτική και υποκειμενική υπέρβαση τους.

Η ωραία κοιμωμένη ξύπνησε καιρό τώρα και το ανδρικό σπέρμα δεν είναι ζωοδότης της σύμφωνα με τους συμβολικές προεκτάσεις του δημοφιλούς –αλλά deal with it– ξεπερασμένου μύθου. Κι ας μην αγωνιούν οι απανταχού ερωτευμένοι μη τυχόν και οι «υπερβολικές» φεμινίστριες τους γκρεμίσουν τα «παλάτια» του έρωτα που θέλουν να χτίσουν για την υποψήφια πριγκίπισσα. Ο έρωτας έχει απελευθερωτικές διαστάσεις και υπάρχουν εκατοντάδες τρόποι για την έκφραση του, οι οποίοι μπορούν να δοκιμάζουν τα όρια που θέτει η επικράτεια της πατριαρχίας και συχνά τα υπερβαίνουν και οι οποίοι δεν προϋποθέτουν  την συνθλιβή [σ.σ.: sic!] της προσωπικότητας, ή δεν πλήττουν την τιμή και την αξιοπρέπεια του προσώπου στο οποίο ο έρωτας αυτός απευθύνεται.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[σ.1] Stalking: (καταδίωξη) είναι ένας γενικά αποδεκτός όρος που περιγράφει την πράξη της συστηματικής παρενόχλησης, που μπορεί να φτάσει στα όρια της καταδίωξης και της άσκησης ψυχολογικής βίας, έκφρασης απειλών σε βάρος ατόμου. Σε αρκετές πολιτείες των ΗΠΑ έχει νομοθετηθεί ως πλημμέλημα (Class C Fellony).

[σ.2] Όπου «αριστερά» αναφέρονται οι κυρίαρχες αντιδράσεις, ενώ προφανώς τόσο υποκείμενα όσο και συγκεκριμένες υπο-ομάδες μπορεί να εκφέρουν διαφορετικό λόγο.

[σ.3] Πράγμα που θα μπορούσε να συντρέχει αλλά δεν αναιρεί την υπαγωγή τους στο ίδιο το πατριαρχικό σύστημα.

[σ.4] Αντί άλλων, Τζούντιθ Μπάτλερ, 2009, Αναταραχή φύλου, Αλεξάνδρεια, Αθήνα.

[σ.5] Πέραν της πατριαρχίας, η οικονομική εκμετάλλευση, ο φυλετισμός, ο αρτιμελισμός, αποτελούν άλλα τέτοια πλέγματα. 
 
 

Τετάρτη 30 Μαρτίου 2016

Προς αριστερούς (όλων τών Διεθνών) εξομολόγηση Μπάμπη το ανάγνωσμα



 
«Είμαι άνεργος από το ’13, το Φλεβάρη. Για το καθημερινό τα βγάζω πέρα με κάτι μαύρα από δυο μηχανικούς κι ένα γιατρό που τους κρατάω τα βιβλία. Είχα και κάτι οικονομίες και τσοντάριζα κι απ’ αυτές. Όσο υπήρχαν, γιατί τώρα... Άσε που βγαίνει κι ο γιατρός στη σύνταξη... Ευτυχώς να λες που είναι η σύνταξη του γέρου. Δε βαριέσαι, φίλε μου. Πάνω απ’ όλα υγεία!

»Τα Μάλμπορο έχουν πάει στο Θεό. Έ, δεν θα πεθάνω και για τα Μάλμπορο. Το έχω γυρίσει στα Καρελάκια που κάπνιζα και στο στρατό. Τι Λωζάνη, τι Κοζάνη.  Στο κάτω-κάτω δεν είπαμε; Υγεία!   

»ΝOVA και τέτοια; Τώωωρα; Ο Θεός να έχει καλά τον κουνιάδο μου. Βάζελος είναι, αλλά ντάξει... μη τα θέλουμε κι όλα.

Καλά, για διακοπές δε μιλάμε. Τρία χρονάκια έχω να μπω σε θάλασσα. Δε το βάζω μαράζι, μη νομίζεις. Και ποιος πέθανε, εδώ που τα λέμε, επειδή είχε να μπει σε θάλασσα τρία χρόνια;

»Η γυναίκα, είναι κάτι μήνες –τι λέω; χρόνος!– που όλο «δεν μπορώ τώρα» με πάει και «είμαι κουρασμένη» και «δεν έχω όρεξη» και του κώλου τα εννιάμερα. Στ’ αρχίδια μου, με συγχωρείς κιόλας. Τον παίζω και θυμάμαι και τα νιάτα μου που έπαιρνα μάτι τα καλοκαίρια μια ξαδέρφη μου μουνάρα. Όχι θα κάτσω να σκάσω.

»Ο μεγάλος μού είπε την Καθαρή Δευτέρα «μπαμπά, δεν είσ’ εντάξει, πέρασαν οι Απόκριες κι ακόμα να έρθει ο Άι Βασίλης». Ακούς εκεί, το κωλόπαιδο; Ευτυχώς, έχω τη μικρή που τρελαινόταν για μένα από μωρό.

»Τις προάλλες, άκουσα την πεθερά μου να ψιθυρίζει κάτι κουβέντες στον άντρα της που δεν ήταν και πολύ σόι. Κάτι «τα λέγαμε εμείς, αλλά ο έρωτας βλέπεις... φάε έρωτα τώρα», κάτι «τι θα γίνει άμα κλείσουμε τα μάτια μας; τώρα πρέπει να την πάρει την απόφαση». Τέτοια. Σιγά μη τα πάρω τοις μετρητοίς! Πεθερά είναι, θα πει τα δικά της. Άμα παντρευτείς, θα καταλάβεις.

»Εκείνο όμως που δεν αντέχω, ρε φίλε, αυτό που δεν μ’ αφήνει να κοιμηθώ τα βράδια και γυρνάω σαν το βρικόλακα στο κρεβάτι, αυτό που με γαμάει στην κυριολεξία, ξέρεις ποιο είναι; Που έχω φτάσει σαρανταπέντε χρονώ άνθρωπος, κι ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω ποιες είναι οι διαφορές μεταξύ ενιαίου και λαϊκού μετώπου! Και να σκεφτείς ότι ένα τσογλάνι που μένει στη γκαρσονιέρα τού πρώτου, ακόμα δεν βγήκε απ’ τ’ αυγό, δεύτερο Παντείου πάει, αυτά τα παίζει στα δάχτυλα!»

»Ρε φίλε, εδώ θα είμαστε! Θα το δεις! –είσαι και νέος εσύ. Απ’ αυτό θα πάω! Απ’ αυτά τα γαμημένα τα μέτωπα!»
 
 

Αναμνηστική φωτογραφία




Ζωή Μετά



Μερικά από τα ζόμπι τού «αριστερού ευρωπαϊσμού», εν προκειμένω αυτά που τρικλίζουν μέσα στη «Δικτύωση για τη Ριζοσπαστική Αριστερά – Ζωή Μετά», θα μαζευτούν την Παρασκευή 1η Απριλίου στην ΑΣΟΕΕ για να συζητήσουν σχετικά με τη  Σκοτεινή Ευρώπη, τη Φλεγόμενη Μέση Ανατολή και το Νέο Διεθνισμό. Για να πάρετε μια ιδέα τι θα πουν περί «νέου διεθνισμού», μάθετε ότι ένας εκ των ομιλητών θα είναι ο ...Τάσος Κωστόπουλος!
Απέθαντα αυτά τα ζόμπι! Ευτυχώς που είναι τόσο λίγα...
 

Τρίτη 29 Μαρτίου 2016

Η μέρα που ο Λένιν ζήτησε από τον Άρη Βελουχιώτη να του μάθει μερικές καλές ελληνικές βρισιές



 
Ήταν το χθεσινό πρωί, τής 28ης Μαρτίου τού 2016, όταν, πίνοντας το τσάι του και περιηγούμενος το διαδίκτυο μετά την ανάγνωση των κύριων ευρωπαϊκών εφημερίδων, έπεσε πάνω σε μία πρόσκληση σε πάρτι που είχε επάνω της το σκίτσο του. «Μπα; Ποιοι είναι αυτοί που με θυμήθηκαν;», σκέφτηκε. Είδε. Στην αρχή το όνομα δεν του θύμισε τίποτε. «Να ’ναι καλά», είπε από μέσα του κι ετοιμάστηκε να βγει από τη σελίδα. Κι εκεί, μπαμ, του ήρθε η φλασιά!
«Αχά! Είναι οι ίδιοι που με έχουν ξεγράψει από την κλασική κομμουνιστική βιβλιογραφία τους, ενώ, από την άλλη ισχυρίζονται ότι αγωνίζονται υπέρ του Κ! Τι κανάγιες, Θεέ μου! Ακόμα κι ο Κάουτσκι δεν τους φτάνει ούτε στο νυχάκι τους στον οπορτουνισμό! Κάνανε τα βιβλία μου προσάναμμα για το τζάκι τους, αλλά, κατά τα άλλα, μια χαρά τούς κάνω για κράχτης στη γιορτούλα τους! Φαρισαίοι!»
Τώρα, μετά τη φλασιά, ήταν σειρά να του έρθει το αίμα στο κεφάλι. Κι ύστερα, μόλις συνήλθε λίγο –ήταν κι εκείνα τα παλιά εγκεφαλικά κι έπρεπε να είναι κάπως προσεκτικός–, πάτησε τη φωνή προς την κουζίνα, από όπου ερχόταν η ωραία μυρωδιά ενός ροστμπίφ:
«Νάντια Κονσταντίνοβνα, ε Νάντια Κονσταντίνοβνα! Πώς τον λέγανε εκείνον τον Έλληνα που γνωρίσαμε στο πρωτοχρονιάτικο ρεβεγιόν πρόπερσι; Ξέρεις, εκείνον τον αγριωπό, με γένια μέχρι τη μέση, που όμως, όταν μάς τον σύστησαν, σου έκανε χειροφίλημα και ρεβεράντζες κι εσύ πια είχες λιγωθεί και δεν είχες μάτια για άλλον άνθρωπο όλο το βράδυ; Για ψάξε να τον βρεις –πάρε εκείνον τον ανεπρόκοπο, τον Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς, που μας έχει όλους φακελωμένους. Χρειάζομαι μερικά ’’γαλλικά’’στη γλώσσα του, για να περιποιηθώ κάποια συμπατριωτάκια του αγυιόπαιδα, και μια και, αν θυμάμαι καλά, είχε κάνει φυλακή για ποινικά αδικήματα, μάλλον είναι ο πιο κατάλληλος».
 
 

Δόξα σοι ο Βλαδίμηρος! Κάποιοι μέσα στο προσωρινό Πολιτικό Συμβούλιο της ΛΑΕ θυμήθηκαν ότι ο καλός Θεούλης τούς έχει δώσει μυαλό και αποφάσισαν να το βάλουν να δουλέψει!



 
Την προπροηγούμενη Κυριακή, μέσω δύο ερωτήσεων που υποβάλαμε στο προσωρινό Πολιτικό Συμβούλιο της ΛΑΕ, εκ των οποίων η σοβαρή και ουσιαστική ήταν η δεύτερη (συνιστάται θερμά σε όσους και όσες δεν έχουν διαβάσει εκείνη την ανάρτηση να το κάνουν τώρα, πριν συνεχίσουν να διαβάζουν αυτές τις γραμμές), εκφράζαμε εμμέσως πλην σαφώς τη διαφωνία μας για το απύθμενης αριστερίστικης πολιτικής αφέλειας σύνθημα «καλοδεχούμενοι οι πρόσφυγες» που έχει φιλοτεχνήσει η ΔΕΑ και υιοθέτησε σύσσωμη και η Λαϊκή Ενότητα. Well, things change!

Την παραμονή τής 25ης Μαρτίου, σε επίσκεψη του «ηγετικού κλιμακίου» τής ΛΑΕ στο λιμάνι τού Πειραιά σε ένδειξη συμπαράστασης προς τους πρόσφυγες το πανό τής Λαϊκής Ενότητας είναι αυτό που βλέπετε στη φωτογραφία παραπάνω. Όπου, εκεί, το σύνθημα «καλοδεχούμενοι οι πρόσφυγες», ένα σύνθημα που ελπίζουμε να μην ξαναδούμε –με υπογραφή ΛΑΕ εννοώ, γιατί ότι κάπου θα ξαναπαίξει το έχω σίγουρο, από κουφιοκεφαλάκηδες ποτέ δεν είχε έλλειψη η Αριστερά–, έχει αντικατασταθεί από ένα άλλο που λέει «αλληλεγγύη στους πρόσφυγες».

Θα πει κάποιος, ίσως: και ποια είναι η διαφορά, ρε καλόπαιδα;

Είναι η εξής και είναι τεράστια:

Το σύνθημα «καλοδεχούμενοι οι πρόσφυγες», στη χειρότερη για μας περίπτωση, δημιουργεί την ισχυρή εντύπωση ότι προσκαλούμε όλους τούς πρόσφυγες των ιμπεριαλιστικών πολέμων στη χώρα μας επί μονίμου βάσεως. Και στην καλύτερη, προκαλεί σχεδόν αυτομάτως, το ερώτημα «πόσοι;». Ένα ερώτημα που δεν έχει, δεν μπορεί να έχει την απάντηση της αριστερής καρδιάς μας («πόσοι; όλοι!»): είναι αδύνατον, απλά αδύνατον, μια χώρα, και μάλιστα μια χώρα στην κατάσταση της σημερινής Ελλάδας, να περιθάλψει όλα αυτά τα εκατομμύρια των δυστυχισμένων θυμάτων τού δυτικού ιμπεριαλισμού. Και από τη στιγμή που η ΛΑΕ δεν έχει βρει ακόμα τη γενναιότητα (ή το μυαλό) να το παραδεχθεί ανοικτά αυτό, όπως και κανένα κομμάτι τής Αριστεράς, για να τα λέμε όλα, ποιος ο λόγος να συνθηματολογεί με τρόπο που τη στριμώχνει στα σκοινιά; Για να τα έχουν καλά με τη συνείδησή τους μερικές «εβέστητες αριστερές ψυχές»; Μα γι’ αυτό υπάρχουν τα μοναστήρια. Η πολιτική είναι άλλο πράγμα, νομίζουμε.

Από τα παραπάνω προβλήματα, το κλασικό «αλληλεγγύη στους πρόσφυγες» είναι απολύτως απαλλαγμένο. Δεν προκαλεί, δεν διευκολύνει καν να ακουστεί το ποσοτικό ερώτημα. Αλλά, ακόμα κι αν ακουστεί («αλληλεγγύη σε πόσους;»), δεν υπάρχει η παραμικρή δυσκολία να απαντηθεί και πειστικά και αποστομωτικά (φυσικά, δεν μιλάμε για Χρυσαυγίτες!):

Πειστικά: «Μα σε αυτούς που έχουμε στη χώρα μας! Τι θέλεις; Να τους αφήσουμε μήπως να πεθάνουν από την πείνα ή την ηπατίτιδα;».

Και αποστομωτικά: «Και για πες μου, σε παρακαλώ; Ποιο είναι το πρόβλημά σου να στηρίξουμε τους πρόσφυγες στον αγώνα τους υπέρ του ανοίγματος των συνόρων ώστε να πάνε στις χώρες προορισμού τους;».

Ας εμπιστευτούμε τις αριστερές μας ψυχές στον Ύψιστο, συντρόφισσες και σύντροφοι (αν υπάρχει, αριστερός είναι, τι νομίζετε;). Κι ας κάνουμε, επί τέλους, πολιτική!
 
 

Δευτέρα 28 Μαρτίου 2016

Καλά τα λέει ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου. Μόνο που τα λέει όπως θα τα έλεγε ένα παιδί από σπίτι, με πιάνο και Γαλλικά...



 
Ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου ασχολήθηκε με το πρόσφατο άρθρο τού Ηλία Ιωακείμογλου. Το ίδιο που είχαμε σχολιάσει κι εμείς. Εντάξει, εμείς το είχαμε παραχοντρύνει, αλλά κι εκείνος την παραέγειρε τη βέργα από την άλλη μεριά. Πολύ στρογγγύλεψε τα λόγια του, πολύ τα έτριψε με το πολιτικό γυαλόχαρτο. Με αποτέλεσμα, σε ορισμένα σημεία, να μην ανταποκρίνονται στα πράγματα –είναι χειρότερα. Δεν γίνεται δουλειά έτσι. Είναι η ώρα να αρχίσουμε να τα λέμε όλα, όπως ακριβώς είναι. Πώς το είχε πει ο Ρίτσος; Τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη; Αυτό ακριβώς μάς χρειάζεται. Τίποτε λιγότερο και τίποτε περισσότερο.

ЖΟЖΟЖΟЖΟЖ

 

ΣΚΕΨΕΙΣ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΗΛ. ΙΩΑΚΕΙΜΟΓΛΟΥ

Του ΠΕΤΡΟΥ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Στην ιστοσελίδα RProject δημοσιεύτηκε πρόσφατα ένα ενδιαφέρον άρθρο του Ηλία Ιωακείμογλου με τίτλο “ΛΑΕ: Τί πρόγραμμα χρειαζόμαστε”; Ο αρθρογράφος στέκεται κριτικά στην τελευταία διακήρυξη της ΛΑΕ (Ανατροπή τώρα! Για τι, με ποιους, πως;) θέτοντας σοβαρά ερωτήματα, τα οποία ασφαλώς θα τεθούν στο κέντρο του δημόσιου διαλόγου που φιλοδοξεί να αναπτύξει η ΛΑΕ εν όψει της ιδρυτικής συνδιάσκεψής της, το αμέσως επόμενο διάστημα. Προσωπικά θεωρώ ότι αρκετές διεισδυτικές παρατηρήσεις του Ηλία, ενός συντρόφου που διαχρονικά στέκεται στο έδαφος του επαναστατικού, μη δογματικού Μαρξισμού, μπορούν να παίξουν προωθητικό ρόλο σ' αυτόν τον ζωτικά αναγκαίο διάλογο ενός νέου πολιτικού εγχειρήματος, που πασχίζει να αποκτήσει σταθερό βάδισμα, φυσιογνωμία και μάχιμο πρόγραμμα ανατροπής. Φοβάμαι όμως ότι ο αρθρογράφος δεν αποφεύγει τον πειρασμό των εύκολων, κληροδοτημένων απαντήσεων στα καίρια προβλήματα που τίθενται ενώπιον όχι μόνο της ΛΑΕ, αλλά και των ευρύτερων δυνάμεων που έχουν αναφορά στις σύγχρονες δυνάμεις της εργασίας και του σοσιαλισμού.

Πιστεύω ότι δεν θα αδικήσω τον Ηλία Ιωακείμογλου αν υποστηρίξω ότι η γενική οπτική της τοποθέτησής του καθορίζεται από δύο κεντρικές παραδοχές. Πρώτον, ότι ο χώρος της ΛΑΕ διατρέχεται, σε χονδρικές γραμμές, από μια αντίθεση που τον διαχωρίζει σε δύο οιονεί “στρατόπεδα”: εκείνους που υιοθετούν μια επαναστατική, αντικαπιταλιστική- σοσιαλιστική στρατηγική, θεωρώντας ότι η διαρθρωτική κρίση του σύγχρονου καπιταλισμού δεν αφήνει περιθώρια για “ενδιάμεσες” απαντήσεις και εκείνους που, υπό το πρίσμα μιας στρατηγικής “σταδίων”, υιοθετούν μια πολιτική ευρύτερου αντιμνημονιακού- πατριωτικού μετώπου, που φιλοδοξεί να περιλάβει και τμήματα της αστικής τάξης. Και δεύτερον, ότι ακριβώς λόγω αυτής της κεντρικής διχογνωμίας, δεν μπορεί να υπάρξει ενιαία στρατηγική, κάτι που θα μετέτρεπε τη ΛΑΕ σε ενιαίο κόμμα, αλλά μόνο μια τακτικού χαρακτήρα, ενιαιομετωπική σύγκλιση “όπου θα συμφωνήσουμε όλοι πάνω σε πέντε βασικές αρχές και δεκαπέντε, είκοσι, σε όσες θέλετε, αντιμνημονιακές δράσεις”.

Θέλω να ελπίζω ότι, στη μεγάλη τους πλειονότητα, οι σύντροφοι της ΛΑΕ δεν θα αναγνωρίσουν τον εαυτό τους σε κανένα από τα δύο “στρατόπεδα” που βιάστηκε να προδικάσει ο σύντροφος Ηλίας. Προσωπικά δεν έχω αντιληφθεί την ύπαρξη ρευμάτων στους κόλπους της ΛΑΕ τα οποία υιοθετούν τη λογική των “σταδίων”. Όπως δεν μπορώ να δεχθώ ότι υπάρχουν ρεύματα τα οποία, από κεκτημένη “αντιπολιτευτική” ταχύτητα, θα αμφισβητούσαν τη σημασία της ανατροπής της μνημονιακής τάξης πραγμάτων στο όνομα του σοσιαλισμού, κάτι που θα τους κατέτασσε πολύ κοντά στην –ακίνδυνη για το σύστημα– λογική του ΚΚΕ.

Θα συμφωνήσω με τον Ηλία ότι ο δομικός χαρακτήρας της κρίσης (και η θέση της Ελλάδας στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα, θα προσέθετα) δεν επιτρέπουν φαντασιώσεις για κάποιο ενδιάμεσο “στάδιο” μιας ευσταθούς, προοδευτικής αλλαγής, από ένα εξίσου φαντασιακό μέτωπο της εργατικής τάξης με υποτιθέμενα “πατριωτικά” τμήματα του κεφαλαίου. Αυτό άλλωστε απέδειξε η εμπειρία των επτά μηνών από την πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ και η οξύτατη κοινωνική πόλωση που προς στιγμήν εμφανίστηκε, την περίοδο του δημοψηφίσματος, ανάμεσα στα κοινωνικο- πολιτικά μπλοκ του ΝΑΙ και το ΟΧΙ. Αλλά η μη ύπαρξη μεταβατικού “σταδίου” δεν μπορεί να μεταφράζεται σε μη ύπαρξη μεταβατικού προγράμματος πάλης των λαϊκών τάξεων για μια άμεση, λυτρωτική απάντηση στις αγωνίες και τις ανάγκες τους. Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε στη λογική του “επαναστατικού τελεσιγραφισμού” από μία αυτοανακηρυγμένη “πρωτοπορία”, που θέτει ως προϋπόθεση για την ανάπτυξη μετωπικής δράσης την αποδοχή των δικών της στρατηγικών στόχων από τις λαϊκές μάζες.

Ασφαλώς, ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να θεωρείται “εικόνισμα”, όπως έλεγε κάποτε ο Χαρίλαος Φλωράκης, δηλαδή μια απλή διακήρυξη ταυτότητας, που επιτρέπει στην Αριστερά οποιαδήποτε δεξιόστροφη γραμμή στα άμεσα, “τακτικής φύσης” προβλήματα. Ως υπαρκτή τάση που συγκρούεται με την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων –κάτι πολύ διαφορετικό από ένα απλό “ιδανικό” για το ακαθόριστο μέλλον– οφείλει να αναπτύσσεται μέσα από το σημερινό κίνημα για την ανατροπή των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών σε βάρος του κεφαλαίου, συγκεντρώνοντας δυνάμεις για αποφασιστικές αναμετρήσεις, οι οποίες θα θέσουν κάποια στιγμή επί τάπητος το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας (και όχι μόνο της κυβέρνησης). Ειρήσθω εν παρόδω ότι αυτό το καθοριστικό ζήτημα περνάει σε δεύτερη μοίρα στο συγκεκριμένο άρθρο, ορισμένες διατυπώσεις του οποίου, μάλιστα, είναι ανοιχτές σε αυταπάτες ότι μπορεί να υπάρξουν διευρυνόμενες “σοσιαλιστικές” νησίδες εντός καπιταλιστικής κυριαρχίας, με “μη καπιταλιστικές μορφές παραγωγής”, με “δομές αλληλεγγύης χτισμένες πάνω στις αξίες του σοσιαλισμού” κ.α. Και μόνο η προώθηση άμεσων μέτρων, μεγάλης κρουστικής ισχύος, που προτείνει η ΛΑΕ, όπως η στάση πληρωμών του χρέους, η έξοδος από την ευρωζώνη και η εθνικοποίηση των τραπεζών (μετά μάλιστα από την πρόσφατη αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος τους) ισοδυναμούν με κήρυξη πολέμου στο διεθνές χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο. Κάτι που θα οδηγήσει σε μια ιστορικών διαστάσεων σύγκρουση, που θα φέρει επί τάπητος το πρόβλημα της πραγματικής εξουσίας.

Εκείνο που μου προξένησε κάποια έκπληξη στο κείμενο συμβολής του Ηλία, ενός μαρξιστή που δεν κουβαλάει πάνω του τις γνωστές αγκυλώσεις συγκεκριμένων ρευμάτων του ιστορικού κομμουνισμού, είναι η ευκολία με την οποία διολισθαίνει σε παραδοσιακές σχηματικότητες που διαχωρίζουν με σινικά τείχη τη στρατηγική με την τακτική και βλέπουν τη σχέση εργατικού κόμματος- ευρύτερου κοινωνικοπολιτικού μετώπου με τη λογική των “ομόκεντρων κύκλων” (ένα εργατικό κόμμα με ξεκάθαρη, “επαναστατική” στρατηγική και ένα ευρύτερο μέτωπο με ευρύτερα εκμεταλλευόμενα στρώματα πάνω σε φλέγοντα θέματα της συγκυρίας). Ακόμη κι αν υποτεθεί, για οικονομία της συζήτησης, ότι αυτή η οπτική ήταν σωστή σε άλλες εποχές και χώρες (με ένα συμπαγές βιομηχανικό προλεταριάτο να περιτριγυρίζεται από μια θάλασσα μικροαστικών στρωμάτων και με ισχυρά, μαζικά κόμματα κομμουνιστικής αναφοράς), δεν νομίζω ότι αποτελεί γόνιμη γραμμή σκέψης στη σημερινή εποχή της εξαιρετικής πολυμορφίας του κόσμου της εργασίας και της κρίσης των αριστερών, πολιτικών υποκειμένων, σε όλες τις εκφράσεις τους.

Φυσικά, το θέμα απαιτεί μεγάλη συζήτηση και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί διεξοδικά στο πλαίσιο ενός άρθρου. Θα έλεγα όμως ότι σήμερα, όσο ποτέ άλλοτε, ένας αξιόμαχος πολιτικός φορέας για τη χειραφέτηση της εργασίας δεν μπορεί παρά να έχει “μετωπικά” χαρακτηριστικά και έναν ορισμένο “πλουραλισμό” τάσεων και ευαισθησιών στο εσωτερικό του. Αυτό σημαίνει, πάντα κατά την προσωπική μου γνώμη, μια ελάχιστη στρατηγική σύγκλιση, χωρίς την οποία ο όποιος πολιτικός φορέας θα είναι ένας πύργος της Βαβέλ, και μια ισχυρή προγραμματική σύγκλιση, που θα του δώσει κρουστική δύναμη και μαζική απήχηση. Αντίθετα, η λογική “αφήνουμε στην άκρη όλα τα στρατηγικά ζητήματα και συμφωνούμε μόνο σε πέντε- δέκα άμεσες, αντιμνημονιακές δράσεις” θα οδηγήσει μοιραία, πιστεύω, σε μια εκλογική σημαία ευκαιρίας ή σε ένα χαλαρό δίκτυο κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων ή σε ένα αμήχανο υβρίδιο αυτών των δύο. Κι αυτό, είμαι απολύτως βέβαιος, είναι το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε ο Ηλίας Ιωακείμογλου, όπως και το Κόκκινο Δίκτυο στο σύνολό του.
 
 

Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

Μεγάλη Βρετανία γάμα τη Γιούνιον την πουτάνα!




2% μπροστά το Brexit σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση. Να το εκατοστήσει! Και μετά, ό,τι θέλουν οι σύντροφοι. Μέχρι και το God Save the Queen θα τραγουδησουμε! (Ήδη αρχίσαμε να μαθαίνουμε τα λόγια!)
 

Κι άλλο παράσημο! Κι αυτή τη φορά είναι το ανώτατο!



Σήμερα, ο καφές τής Κυριακής ίσως και να είχε την ωραιότερη γεύση από όλων τών Κυριακών από τότε που υπάρχει αυτό το ιστολόγιο. Του την έδωσε το παρακάτω σχόλιο, σταλμένο στις 12 και 11 λεπτά από κάποιο άγνωστο αλλά οπωσδήποτε συντροφικό χέρι:

§
 
Δεν είναι προς δημοσίευση.

Ανακάλυψα (;) το blog σου με καθυστέρηση ετών (!) και ομολογώ οτι πολλά από τα blogs που σχολιάζεις τα είχα κάποτε "δει" και τα είχα πάραυτα διαγράψει. Σε παρακολουθώ τακτικά κι έτσι πήρα το θάρρος [...]

[Α]πό εδώ και πέρα αν νιώθω ότι έχω κάτι να πω θα στο στέλνω.

Καλή συνέχεια σύντροφε
 
 

Σάββατο 26 Μαρτίου 2016

Άλα της! Ποιος να το ’λεγε ότι ανήμερα της 25ης Μαρτίου θα ‘‘τσιμπάγαμε’’ δύο ολοκαίνουργια αστραφτερά παράσημα δια χειρός Ροϊδολασκαράτων! (ένα από τον καθένα)



 
Όταν σου κάνουν κριτική από τα αριστερά «δικοί σου», πα’ να πει αριστεροί, είσαι υποχρεωμένος να τους ακούσεις προσεκτικά και να συζητήσεις μαζί τους. Ο διάλογος, με την προϋπόθεση ότι θα είναι ανοιχτός και ειλικρινής, μπορεί να έχει μία από τις εξής τρεις καταλήξεις: α) Να αποδειχθεί ότι η διαφωνία που προκάλεσε την κριτική οφείλεται σε παρανόηση του λόγου σου. β) Να αποδειχθεί ότι η κριτική είναι κατά βάση σωστή. Και, γ), να αποδειχθεί ότι η κριτική είναι κατά βάση άτοπη. Όλα αυτά βέβαια μπορούν να ισχύσουν στις περιπτώσεις που η κριτική διατυπώνεται καθαρά και ξάστερα και έχεις την ευκαιρία να εξηγηθείς. Γιατί υπάρχει και το όχι σπάνιο ενδεχόμενο, όπως είδαμε με τους ανεκδιήγητους τύπους τής Ένωσης Οπαδών για τη Συσπείρωση της ριζοσπαστικής αριστεράς, να αντιμετωπίσεις υπονοούμενα, ψιθύρους, σπόντες και όλα τα σχετικά ‘‘εργαλεία’’ με τα οποία μπορεί κάποιος να σε λασπώσει και μετά, δια της γνωστής μεθόδου («Μα δεν εννοούσα εσένα, αγαπητέ! Μήπως έχεις τη μύγα και μυγιάζεσαι;»), να απέλθει, αφήνοντας τη λάσπη του.

Όταν όμως αυτή η κριτική εκπορεύεται από μασκαράδες τής Αριστεράς (= τύπους που πλασάρονται ως αριστεροί, είτε εξαπατώντας συνειδητά, είτε επειδή έχουν την εντύπωση ότι ο αχταρμάς που έχουν στο κεφάλι τους σχετίζεται με την Αριστερά) τύπου Ροϊδολασκαράτων, με τη φιλοδοξία να την εμφανίσουν ως αριστερή κριτική, τότε είναι για να ανοίγεις σαμπάνιες! Όχι τόσο για λόγους προσωπικής ικανοποίησης (μην παίρνετε τοις μετρητοίς τον τίτλο· τον επέλεξα μόνο και μόνο επειδή είναι ‘‘πιασάρικος’’ κι έχει και την πλάκα του). Αλλά γιατί σού δίνεται η ευκαιρία να δείξεις με ένα γλαφυρό παράδειγμα στα μαλακισμένα τής Αριστεράς που κωλοτριβόντουσαν χρόνια και χρόνια (μερικοί ακόμα κωλοτρίβονται!) με τους «προοδευτικούς φιλελεύθερους», δηλαδή τους σοσιαλφιλελέδες, το μέγεθος της μαλακίας τους –τα ‘‘γαλλικά’’, πάντα με την καλή έννοια, την πολιτική. Μαλακία που έπαιξε κι αυτή το ρόλο της στο να εμφανίζονται αντιδραστικοί έως μυελού οστέων, όπως οι Ροϊδολασκαράτοι καλή ώρα, ως αριστεροί και, δεδομένης τής τύφλας που δέρνει το γενικό πληθυσμό τής χώρας, να πείθουν και μερικούς κουφιοκεφαλάκηδες. (Αυτό είναι το κύριο όφελος. Υπάρχει και δευτερεύον: να δουν οι αριστεροί που αρέσκονται στο να βγάζουν από τη μέση συντρόφους τους με συκοφαντικές κατηγορίες περί δήθεν εθνικισμού τι είδους κουμάσια μετέρχονται τα ίδια μέσα και, ίσως, να συνειδητοποιήσουν το λάθος τους. Ειδικά δε όσοι διατυπώνουν αυτές τις κατηγορίες ύπουλα, να δουν και το άλλο: ενίοτε οι σοσιαλφιλελέδες είναι πιο έντιμοι από τους ίδιους, αφού εκτοξεύουν το δηλητήριό τους ανοιχτά. Τέτοια είναι η κατάντια τους! Να ακολουθούν πρακτικές πιο βρώμικες ακόμα κι από αυτές τής μαύρης αντίδρασης!)

Σταματώ εδώ, γιατί δεν κρατιέμαι άλλο! Βιάζομαι να σας δείξω τα παράσημα που μας απένειμαν οι Ροϊδολασκαράτοι! (η αφορμή ήταν αυτή η ανάρτηση). Και ιδού:

 


κ. Λασκαράτο, ο εθνικιστής (LOL)Λέφτης… κατακεραυνώνει (δίχως κ α μ ί α επιχειρηματολογία) το κείμενό σας, ξεκινώντας το με «Πριν βιαστεί κάποιος από το αναγνωστικό κοινό που είναι ταυτόχρονα και φίλος τών Ροϊδολασκαράτων…» – λες και διαθέτει αναγνωστικό κοινό! :-)

 



Λυπάμαι που ένας νέος άνθρωπος κάνει τόσο αυθαίρετη και ισοπεδωτική «κριτική», που καταντάει να φτάνει στην ακροδεξιά και πατριδοκαπηλική κακοήθεια της κλασσικής εθνικοφροσύνης, γράφοντας για εμένα: «Και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, στα χρόνια τού 1821, θα ήταν και φίλος τών Τούρκων».

***

Πλάκα δεν έχει; Ο Ροΐδης δεν είδε «καμία επιχειρηματολογία» κι ο Λασκαράτος είδε «ακροδεξιά και πατριδοκαπηλική κακοήθεια της κλασσικής εθνικοφροσύνης»! (Πάλι καλά! Φτηνά τη γλυτώσαμε, αν σκεφτεί κανείς ότι όπου να ’ναι θα ζητήσουν να δικαστεί ο Γλέζος, η Παπαρήγα κι ο Λαφαζάνης στο δικαστήριο της Χάγης για εγκλήματα πολέμου, αφού αντιτάχθηκαν στους βομβαρδισμούς τής Σερβίας από το ΝΑΤΟ, άρα, ‘‘αντικειμενικά’’, έσφαξαν με το ίδιο τους το χέρι τούς μουσουλμάνους τής Σρεμπρένιτσα!!!) Φυσικά, δεν είναι τόοοσο βλάκες. Κάνουν τον βλάκα. Μή σας προκαλεί εντύπωση. Θα ήταν διατεθειμένοι να ντύνονται μέχρι και χορεύτριες παραδοσιακών χωρών τής Πολυνησίας, προκειμένου να δραπετεύουν κάθε φορά που στριμώχνονται.

 Αν ήθελα να κλέψω παράσημα, θα πρόσθετα κι ένα τρίτο. Αυτό:

 


Μόνο των Τούρκων; και «των Γερμανών». Στην ισοπεδωτική πολιτική του ορολογία, οι Ναζίδες, Γερμανοί και Έλληνες γίνονται «Γερμανοί».

 
Αλλά όχι! Είναι προφανές ότι ο φίλος μας είναι από εκείνους τούς χρήσιμους ηλίθιους που πιστεύουν ότι αν ξύσουν τους Ροϊδολασκαράτους μέχρι τον εσώτατο πυρήνα τους θα βρουν τον αντιφασισμό κι όχι αυτό που στην πραγματικότητα είναι εγγεγραμμένο στο ιδεολογικό DNA τους, δηλαδή τον πούρο και μαύρο αντικομμουνισμό. Και να πει κανείς ότι είναι δύσκολο να τους καταλάβει; Αφού, άθελά τους βέβαια, το ομολόγησαν πρόσφατα οι άνθρωποι! –ο σχολιαστής μας Smart Asss που έκανε την ίδια εξομολόγηση, άθελά του κι αυτός, έχει παρέα, άσχετα αν δεν το ξέρει ακόμα! Άθελά τους, ξάθελά τους, πάντως, το ομολόγησαν: αν ήταν ικανοί προς στράτευση τον καιρό τού ελληνικού εμφυλίου θα πολεμούσαν στο αντικομμουνιστικό στρατόπεδο. As simple as that κι οποιανού τού αρέσει!

Σιμπλ ξε σιμπλ, πού να το πάρει χαμπάρι ο χρήσιμος ηλίθιος Antifa2. Γι’ αυτό σάς λέω. Ποιος καταδέχεται να πάρει παράσημο από τα χέρια ενός ηλίθιου;
 
 

Παρασκευή 25 Μαρτίου 2016

Πιάτο ημέρας: Ξεχάστε το μπακαλιάρος σκορδαλιά. Για τη φετινή επέτειο της Επανάστασης του 1821, σας έχουμε κάτι καλύτερο: «συνεπείς διεθνιστές» με κρεμμυδάκια!



 
Παρ’ όλο που το σημερινό εορταστικό και επετειακό δημοσίευμά μας είναι θεμελιωμένο στις περί διεθνισμού αντιλήψεις μιας ορισμένης αριστερής συλλογικότητας, δεν έχουμε την παραμικρή αμφιβολία ότι, ενδεχομένως με κάποιες φραστικές αλλαγές, το κείμενο που θα διαβάσετε, στο οποίο εκθέτουν συνοπτικά την οπτική γωνία υπό την οποία προσεγγίζουν το ζήτημα οι σύντροφοι αυτής τής συλλογικότητας, θα το υπέγραφαν με χέρια και με πόδια όλοι εκείνοι οι αριστεροί άνθρωποι που νιώθουν την ανάγκη να προβάλουν σε πρώτο πλάνο το στοιχείο τού διεθνισμού επιλέγοντάς το ως σημαία (κρατήστε τη λέξη) της ταυτότητάς τους. Εδώ είμαστε να κριθούμε αν έχουμε δικαίως έχουμε αυτή τη βεβαιότητα. Θα διαβάσετε και θα βγάλετε τα δικά σας συμπεράσματα. Λοιπόν:

Το λιγόλογο κείμενο που ακολουθεί και αποτελεί τη βάση εκκίνησης του σημερινού σημειώματος (και το οποίο, επαναλαμβάνω, θα υπέγραφαν ευχαρίστως όλοι οι «διεθνιστές αριστεροί» οποθενδήποτε και αν προέρχονται) είναι αποσπασμένο από την εισήγηση της ηγετικής ομάδας τής Αριστερής Ριζοσπαστικής Κίνησης κατά την πορεία τού φορέα αυτού, αποτελούμενου από πρώην μέλη τού ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως τού αριστεροευρωπαϊστικού ρεύματος, προς την 2η συνδιάσκεψη της κίνησης. Είναι αυτό (υπογραμμίζουμε τα σημεία-κλειδιά):

3. Διεθνισμός

Η ΑΡΚ επιδιώκει είναι μια κατεξοχήν διεθνιστική οργάνωση της Αριστεράς. Ο διεθνισμός είναι συγκροτησιακή αρχή για την συλλογικότητα μας. Όμως, οφείλουμε να διαφοροποιήσουμε το δικό μας διεθνισμό τόσο από τα εύκολα συνθήματα της αριστερής ιστορίας όσο και από τον κοσμοπολιτισμό της διεθνούς αστικής τάξης. Οφείλουμε επίσης να διαφοροποιηθούμε και από έναν αβασάνιστο, συνθηματολογικό και τελικά σοσιαλφιλελεύθερο ευρωπαϊσμό. Για μας ο διεθνισμός είναι μια απάντηση στην ιδεολογική έγκλ[η]ση του έθνους-κράτους μέσω της φαντασιακής κατασκευής της κοινής καταγωγής. Δεν πιστεύουμε στους εθνικούς μύθους και στις «μαγγανείες» των εθνικών συμβόλων παρότι τόσο ο ταξικός αγώνας όσο και η πολιτική κοινωνία με τους θεσμούς της έχουν σταθερό σημείο αναφοράς το κράτος ως τη συμπύκνωση ταξικών σχέσεων και συσχετισμών. Επιπρόσθετα, η λαϊκή κυριαρχία και η δημοκρατία δεν μπορούν να υπάρξουν αν δεν είναι οργανωμένες στο επίπεδο του κράτους και από εκεί εξαπλώνονται και σε άλλα επίπεδα. Ο διεθνισμός μας είναι η αναζήτηση των κοινών συμφερόντων και η επιδίωξη κοινής πάλης των εργαζόμενων και λαϊκών τάξεων κυρίως στην Ευρώπη, στην ευρύτερη γεωπολιτική περιοχή όπου ανήκουμε, αλλά και παγκόσμια. Ο διεθνισμός μας είναι ένα μόνιμο και σταθερό πλαίσιο αμφισβήτησης των ταξικών συμφερόντων των ευρωπαϊκών ελίτ και των πολιτικών τους. Επιδιώκουμε να είναι ένα διαρκές κάλεσμα στις εργαζόμενες τάξεις της Ευρώπης και τις άλλες κοινωνικές δυνάμεις για μια πανευρωπαϊκή οργάνωση και συντονισμό των αντιστάσεών αλλά και των στόχων της πάλης μας. Την ίδια οργάνωση των συμφερόντων των υποτελών τάξεων, πέρα από εθνικούς, φυλετικούς, έμφυλους, πολιτισμικούς και άλλους διαχωρισμούς επιδιώκουμε και στο εσωτερικό της χώρας.

***

Όπως είδατε, τα σημεία-κλειδιά είναι στην πραγματικότητα μόλις δύο. Είναι μόλις δύο γιατί θέλω να πάω κατ’ ευθείαν στην καρδιά τού δομικού προβλήματος που υπάρχει στις παραπάνω αντιλήψεις, να πιάσω τον («διεθνιστικό») ταύρο από τα κέρατα με άλλα, πιο  λαϊκά λόγια. (Και ναι: για να σας αφήσω να απολαύσετε το μπακαλιάρο σκορδαλιά τής ημέρας –δεν πιστεύω να πήρατε κατά γράμμα τον τίτλο μας και να έχετε στρογγυλοκαθίσει στο τραπέζι, περιμένοντας να σας σερβίρουμε «Μαρματάκη με κρεμμυδάκια»!). Θα είμαι λιγόλογος. Εγχείρημα όχι δύσκολο, γιατί οι πλάνες τών συντρόφων είναι πασιφανείς.

Για το πρώτο σημείο-κλειδί: Υποστηρίζουν οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες ότι για εκείνους ο «διεθνισμός είναι μια απάντηση στην ιδεολογική έγκλ[η]ση του έθνους-κράτους μέσω της φαντασιακής κατασκευής της κοινής καταγωγής». Πολύ φτωχή απάντηση. Γιατί η κοινή καταγωγή, σύμφωνα τουλάχιστον με τον ορισμό τού Στάλιν για το έθνος («έθνος είναι ομάδα ανθρώπων με κοινή γλώσσα, καταγωγή και παράδοση, που ζει σ’ ένα ορισμένο χώρο και έχει κοινό οικονομικό τρόπο ζωής κι έχει ίδια συνείδηση για το είναι του»), που εμάς μάς φαίνεται μια χαρά, όπως έχω ξαναπεί, είναι ένα μόνο στοιχείο από εκείνα που συγκροτούν έθνος. Αυτή η «φαντασιακή κατασκευή τής κοινής καταγωγής» είναι εκείνη που κάνει τα έθνη εθνικιστικά (με την κακή έννοια); Γιατί δεν μπορεί να είναι ένα από τα κατά Στάλιν (και ένα εκατομμύριο ειδικούς όλων τών συναφών επιστημονικών κλάδων) πολύ πιο «υλικά» και χειροπιαστά υπόλοιπα στοιχεία; Πού πήγε ο υλισμός και η υλιστική αντίληψη της Ιστορίας, συντρόφισσες και σύντροφοι; Τον έφαγε ο Λακάν; Δεν έχετε ακούσει τι κάνει ο πολύς Λακάν στα παιδάκια;  

Για το δεύτερο σημείο-κλειδί: Γράφουν οι φίλοι τής Αριστερής Ριζοσπαστικής Κίνησης (ΑΡΚ κατά συντομογραφία): Δεν πιστεύουμε στους εθνικούς μύθους και στις «μαγγανείες» των εθνικών συμβόλων. Μάλιστα.

Καταλαβαίνουν άραγε ότι για έναν στοιχειωδώς ενήμερο περί τής διαδικασίας συγκρότησης συλλογικοτήτων κάθε είδους (εθνικών, ταξικών, ποδοσφαιρικών, φύλου, φίλων τού Στέλιου Καζαντζίδη, φίλων τής καρέτα-καρέτα και πάει λέγοντας) κάνει μπαμ ότι στην ουσία διατυμπανίζουν όχι κάποιου είδους διεθνισμό, έστω και κάποιον εξαιρετικά ιδιόμορφο και πρωτότυπο, αλλά τον αγνό και ανόθευτο αντιεθνισμό; Διότι, από τη στιγμή που δεν υπάρχει συλλογικότητα η οποία να μη συγκροτείται και πάνω σε μύθους, τι άλλο επιζητούν μέσω αυτής της απομάγευσης πέρα από την υπονόμευση της συλλογικότητας έθνος;  –εγχείρημα, βέβαια, που ισοδυναμεί με την προσπάθεια κάποιου να ηρεμήσει την τρικυμισμένη θάλασσα, μαστιγώνοντάς την...

Κι ακόμα –και πιο εντυπωσιακά–  καταλαβαίνουν άραγε τι γράφουν οι φίλοι μας οι «συνεπείς διεθνιστές» όταν επίσης εξομολογούνται πως δεν πιστεύουν ούτε  στις «μαγγανείες» των εθνικών συμβόλων; Συνειδητοποιούν την τερατώδη αερολογία τους; Διότι, βρε μπουμπούνες, αυτή ταύτη η συμβολοποίηση συνιστά μία καραμπινάτη «μαγγανεία»! Τι άλλο από «μαγγανεία» είναι η προβολή πάνω σε ένα κομμάτι ύφασμα, χαρτί, ξύλο, σίδερο ή οθόνη pc, ιδεών, αξιών και κοσμοθεωρήσεων εν γένει; Τι άλλο από «μαγγανεία» είναι αυτό που κάνει όλες τις φυλές τής Αριστεράς, όπου γης, να συγκινούνται με αυτήν την εικόνα ή με αυτό το τραγούδι; Με αυτά τι θα κάνουμε; Θα τα πετάξουμε κι αυτά; Κι αν δεν τα πετάξουμε αυτά «τα δικά μας», τι λέτε, δεν θα βρεθεί κάποιος από τους απέναντι να πει «τι κουφάλες αυτοί οι αριστεροί! τα δικά τους δικά τους και τα δικά μας μισά-μισά!» και να πάρει το πόπολο με το μέρος του; –διότι ασφαλώς και έχει δίκιο! Επομένως;

Επομένως, ξεχνώντας κάτι τέτοιες ‘‘λεπτομερειούλες’’, είναι σαν να διατυμπανίζετε και σε αυτήν την περίπτωση τη δυσανεξία σας ειδικά με οτιδήποτε μπορεί να πάρει τον επιθετικό προσδιορισμό «εθνικός –ή –ό», οπότε, το καταλαβαίνει δεν το καταλαβαίνει το «συνεπές διεθνιστικό χοντροκέφαλο» που διαθέτετε, μόνο οι χαζοί δεν παίρνουν χαμπάρι ότι, κρίνοντας ίσως ανεπαρκώς αντιεθνικιστικό τον διεθνισμό, του βάζετε μια ταφόπλακα και τοποθετείτε στη θέση του τον αντιεθνισμό. Αυτό είναι ο ‘‘διεθνισμός’’ σας: αγνός, ανόθευτος και καραμπινάτος αντιεθνισμός. Κι αν έχετε την εντύπωση ότι με τέτοιους είδους ‘‘διεθνισμούς’’ θα αναδειχθεί η τάξη τών εργαζομένων «σε ηγέτιδα δύναμη του έθνους» (© Κ. Μαρξ – Φ. Ένγκελς), να πάτε να κοιταχτείτε σε κανένα γιατρό (μόνο φροντίστε να μην είναι τροτσκιστής, γιατί θα σας αποτελειώσει!)

Αντί επιλόγου

Αντί επιλόγου το πάθημα (που δεν φαίνεται να του έχει γίνει μάθημα, όμως...) του Ηλία Ιωακείμογλου. Ο οποίος, πριν από καμιά δεκαριά χρόνια, αποφάσισε να εκστρατεύσει εναντίον τής (εθνικής) σημαίας και του έθνους γενικά, από κοινού με τη ...Σώτη Τριανταφύλλου (βουλωμένο γράμμα διαβάζει αυτό ο άνθρωπος!). Μόνο που η Σώτη τού βγήκε από ριζοσπαστικά και αριστεροφιλελεύθερα και έκανε τον κύριο Ηλία μας να φαντάζει σαν εθνομπολσεβίκος τής κακιάς ώρας (προς μεγάλη του δυστυχία, φαντάζομαι):

Στο δικό της δοκίμιο (το βιβλίο είχε το γενικό τίτλο Για τη σημαία και το έθνος) περιέλαβε, εκτός από τις εθνικές σημαίες, και την Κόκκινη και την έκανε τ' αλατιού! Και γιατί όχι; Σωστή η Σώτη! Δεν αποδείξαμε παραπάνω ότι και η Κόκκινη Σημαία είναι κάργα στη «μαγγανεία»; Μόνο οι σύντροφοι της ΑΡΚ δεν το έχουν πάρει χαμπάρι ακόμα πως ούτε αυτή αποτελεί εξαίρεση. Ας ελπίσουμε ότι θα ξυπνήσουν κάποτε. Μόνο να βιαστούν λίγο. Μην μας πάρει ο 22ος αιώνας...

Υστερόγραφο: επετειακό εθνικό τραγούδι

Κλείνουμε με τα «40 παλικάρια». Δεν λέει όλη την αλήθεια για το τι έγινε εκεί. Σύμφωνοι. Γιατί, μήπως εμείς λέμε όλη την αλήθεια όταν υμνούμε και δοξολογούμε (και καλά κάνουμε!) την ομαδική αυτοκτονία στο ύψωμα Χάρος κατά τον εμφύλιο, αλλά αποσιωπούμε τους νυχτερινούς αποκεφαλισμούς συντρόφων για αμνηστία –ίσως και για καμιά λιρίτσα; Σύμφωνοι;


 
 

Ούτε στην παρέλαση, ούτε στα σχολειά! Μας φτάνει μια μαντήλα! –το ράσο τού παπά.



Μέχρι να έρθει εκείνη η ώρα που θα πραγματοποιηθεί ο χωρισμός εκκλησία και κράτους έτσι ώστε να ασχοληθεί το κάθε μέρος αποκλειστικά με τα του οίκου του, μας φτάνει ένας Θεός. Δεν θα βγάλουμε τα ματάκια μας με τα ίδια μας τα χεράκια, ενισχύοντας από το πουθενά το θεοκρατικό μέτωπο και τροφοδοτώντας την αντιπαράθεση θρησκειών, χάριν τής υπεράσπισης τών δικαιωμάτων αυτής ή της άλλης μειοψηφίας. Enough is enough με τους «μενσεβίκους»! Υπάρχουν και οι «μπολσεβίκοι»! Πάνω απ’ όλα, υπάρχει ο στρατηγικός στόχος. Όχι ως κλίνη τού Προκρούστη, ερήμην συγκεκριμένων καταστάσεων, αλλά ως οδηγός.

Αυτό είναι για μένα το κομβικό σημείο (που με βοήθησε να το συνειδητοποιήσω μια συζήτηση πριν από λίγο μεταξύ μπύρας και τσιγάρου). Συνεπώς:

Έξω οι μαντήλες από τις παρελάσεις, τα σχολεία και κάθε δημόσιο ή ημιδημόσιο οργανισμό! Όπως Γαλλία!


Πέμπτη 24 Μαρτίου 2016

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ-ΣΟΚ!!! Άγνωστο μέχρι χθες ντοκιμαντέρ από την εποχή τής γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα αποδεικνύει ότι ο Λασκαράτος ζούσε στην Κρήτη, ότι ήταν φίλος τών Γερμανών κι ότι πλακωνόταν από τότε με τους παπάδες!


 
Πρώτα το ντοκουμέντο:




Πριν βιαστεί κάποιος από το αναγνωστικό κοινό που είναι ταυτόχρονα και φίλος τών Ροϊδολασκαράτων και μας πει, όπως μας είπε για την κριτική μας στην Ελένη Πορτάλιου ο σχολιαστής Ρωμανός (παρεμπιπτόντως ακόμα τον περιμένουμε και κάτι μού λέει ότι θα τον περιμένουμε έως καταλύσεως κόσμου...) «Παλιόπαιδα, δεν ντρέπεστε να μιλάτε έτσι για τον Λασκαράτο; Ξέρετε τι αντιπροσωπεύει;» –ή, ακόμα, και πριν πει κάποιος δικός μας «ε, όχι κι έτσι, ρε παιδιά, αυτό είναι χοντροκομμένη προπαγάνδα»– παρακαλούμε να αναγνωστεί με προσοχή (θα βοηθήσουμε με υπογραμμίσεις) το παρατιθέμενο μικρό απόσπασμα από τη σημερινή ανάρτησή του.

Το θέμα Ο στόχος τής ανάρτησης είναι ο Παπαφλέσσας, τον οποίο, εν όψει τής αυριανής εθνικής επετείου που του έχει ανεβάσει το ζάχαρο και του έχει ρίξει την πίεση (κάτι ανάλογο έχουν πάθει και ο Ηλίας Ιωακείμογλου κι ο Χρήστος Λάσκος σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες τού ιστολογίου), ο Λασκαράτος τον περνάει κανονική πριονοκορδέλα (γιατί, έχει αφήσει και κανέναν από τους πρωταγωνιστές τής Επανάστασης; μέχρι και τα τσαρούχια του Κολοκοτρώνη έχει καταγγείλει επί δυσοσμία! –είναι πολιτισμένος αυτός και τα βρώμικα πόδια ενοχλούν την ευαίσθητη μυτούλα του· όχι όμως και η βρωμιά· σ' αυτήν κολυμπάει όπως τα ψαράκια μέσα στο νερό...). Κι εκεί προς το τέλος, τού ξεφεύγει –φύσις πρώτη έξις– και λέει τα εξής ορέα:

Χαρακτηριστική του ανδρός είναι η διαταγή που έδωσε να πυρποληθούν τα περίφημα σεράγια της χλιδής του διοικητή της Κορίνθου Κιαμήλ μπέη, πραγματικά αριστουργήματα ανατολίτικης αρχιτεκτονικής και τέχνης, του καλύτερου άλλωστε μέσα στους Τούρκους του Μωριά και στην καταγωγή και στους τρόπους και στην εμφάνιση και στο μυαλό και μαζί με αυτά και όλα τα τουρκικά σπίτια της Κορίνθου. Αυτός ο κοντόθωρος βανδαλισμός είχε βέβαια το ελαφρυντικό των αντίποινων για το κάψιμο ολόκληρων ελληνικών χωριών από τον Κεχαγιάμπεη του Χουρσίτ, τον Μουσταφά που έσφαζε, έκαιγε λεηλατούσε και εξανδραπόδιζε τα χωριά απ’ όπου περνούσε. Πιθανότατα όμως το έκανε σκόπιμα για να δουν οι Έλληνες πως δεν υπήρχε επιστροφή αλλά και για συμβολικούς λόγους. Έπρεπε να καούν, από τον «φανατικό ιδεολόγο» και «ορμητικό επαναστάτη», ώστε οι «χωριάτες»  να καταλάβουν «πως δε θα πάρουν συγχώρεση από τον αφέντη», διαπιστώνει ο Βακαλόπουλος, (‘Ιστορία του Ν. Ελληνισμού’, & «Τα ελληνικά στρατεύματα του 1821»). Ανάλογες διαπιστώσεις κάνουν και άλλοι ιστορικοί, ενώ ο Κορδάτος («Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδος») το πηγαίνει λίγο πιο πέρα, βλέποντας και εξαναγκασμό των κοτζαμπάσηδων να μπλεχτούν θέλοντας και μη πια στην επαναστατική διαδικασία, χωρίς δυνατότητα επιστροφής.

***

Μήπως αρχίζετε να μπαίνετε στο νόημα; Μήπως συνειδητοποιείτε ότι θεωρεί τον Παπαφλέσσα περίπου μίασμα («χαρακτηριστικ[ό] τού ανδρός») επειδή έκανε ό,τι επέβαλαν οι περιστάσεις, καταφεύγοντας και στην πονηριά (πού είσαι Βλαδίμηρε, να δεις ότι κι εμείς οι Έλληνες, κάποτε, δεν πηγαίναμε πίσω στο θηλυκό μυαλό –οι σύγχρονοι είναι που μας έχουν βγει λίγο μαλάκες!) για να στερεώσει την Επανάσταση; Και μήπως υποπίπτει στην προσοχή σας ότι για όλα αυτά –τα απολύτως αναγκαία σε μία Επανάσταση, εθνική ή ταξική αδιάφορο–, και τα οποία τα αντιλαμβάνεται ακόμα και ο ίδιος, παρ’ όλο που δεν φημίζεται και τόσο για την εξυπνάδα του (μόνο για την απύθμενη υποκρισία του και ανεντιμότητά του διακρίνεται ο φίλος μας, εκεί μάλιστα, του το βγάζω το καπέλο!), για όλα αυτά, λοιπόν, δεν είναι διατεθειμένος να αναγνωρίσει στον Παπαφλέσσα παρά μόνο ένα (1) ελαφρυντικό. Πράγμα που σημαίνει ότι, αν τον δίκαζε για τον «κοντόθωρο βανδαλισμό» του, με θύματα «τα περίφημα σεράγια της χλιδής» και «πραγματικά αριστουργήματα ανατολίτικης αρχιτεκτονικής και τέχνης», θα τον καταδίκαζε τρις εις θάνατον αντί για πεντάκις...

Αν τα είδατε όλα αυτά, ή, έστω, αν δεν τα είδατε αλλά συμφωνείτε με τις επισημάνσεις μας (δεν θα τα χαλάσουμε γι’ αυτό), τότε δεν θα σας είναι δύσκολο να βγάλετε και το σωστό συμπέρασμα: ο φίλος μας είναι ορκισμένος εχθρός όχι μόνο τής ιδέας τής Επανάστασης, αλλά ακόμα και της πιο μικρής αντίστασης στο υπάρχον, στο καθεστώς και στο ισχύον (να είναι υπέρ, αλλά με την προϋπόθεση «να μη σπάσει ούτε ένα τζάμι»; μπα... αυτό είναι η θέση τής Παπαρήγα...). Και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, στα χρόνια τού 1821, θα ήταν και φίλος τών Τούρκων.

Ε, τι είναι η απόσταση από το 1821 μέχρι το 1941, μπροστά στην αιωνιότητα του Χρόνου; Ένα τσιγάρο δρόμος είναι!