Παρασκευή 7 Μαΐου 2021

Το ερώτημα δεν είναι πού εξαφανίστηκε ο Pablo Iglesias. Το ερώτημα είναι πού χάθηκαν οι Indignados!


Προχθές, ξημερώματα ακόμα, μας ήρθαν τα μαντάτα από την Ισπανία. Μαύρα μαντάτα. Στις πρόωρες τοπικές εκλογές τής περιφέρειας της Μαδρίτης, το δεξιό Λαϊκό Κόμμα θριάμβευσε, μαζεύοντας και όλο το χαρτί από τους φιλελέδες Θιουδαδάνος που ισοπεδώθηκαν, οι κυβερνώντες Σοσιαλιστές κόντυναν κατά 13 βουλευτές από τους 37 που είχαν στην τοπική βουλή (δεν το λες και μικρό κόντεμα, επειδή δεν έφτασε το 50%), όσο για τη συγκυβερνώσα δύναμη των Unidas Podemos συμμαχία με την Αριστερά και άλλες μικρότερες ομάδες–, αυτή μόλις και μετά βίας κατάφερε να πιάσει ένα λιμό εφταράκι στα εκατό και κάτι ψιλά. Περίπου tragic, αν θυμηθεί κανείς ότι οι Podemos, όταν πρωτοέφαγαν την εμφάνισή τους στην κεντρική πολιτική σκηνή, χτύπησαν με άνεση (και μόνοι τους) ένα θεόρατο 20,7% στις γενικές ισπανικές εκλογές τού 2015. Βέβαια, από τότε είχε μια συνεχή πτωτική πορεία. Οι τελευταίες βουλευτικές εκλογές τού 2019 έδειξαν να έχουν χάσει πάνω από το ένα τρίτο τών ψηφοφόρων τού 2015 και τους προσγείωσαν στο ποσοστό τού 12,9%. Τώρα ήρθε το χαστούκι της Μαδρίτης. Ο Ιγκλέσιας, πριν καλά-καλά ολοκληρωθεί η διαλογή, παραιτήθηκε άρον-άρον τόσο από αρχηγός τού κόμματος όσο και από οποιονδήποτε ρόλο μέσα στο κόμμα, δηλώνοντας ότι θα παραμείνει στις τάξεις «τού κινήματος» ως απλός στρατιώτης. Είναι αλήθεια ότι τα ψυχρά νούμερα δεν τον υποχρέωναν σε κάτι τέτοιο. Παρά το στραπάτσο τού 7,21%, στην πραγματικότητα, οι Unidas Podemos αύξησαν τις ψήφους του καμιά ογδονταριά χιλιάδες (η προηγούμενη εκλογική επίδοσή τους το 2019 ήταν ακόμα χειρότερη: 5,6%). Όμως, κάτι που είχε αναγάγει ο ίδιος τις τοπικές εκλογές σε Μητέρα τών Μαχών (είναι χαρακτηριστικό ότι είχε παραιτηθεί από Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης για να τεθεί επί κεφαλής της), κάτι που η προσωπική δημοφιλία του είχε πιάσει σχεδόν πάτο εξ αιτίας και κάποιων χλιδαλαζονικών συμπεριφορών που θα ταίριαζαν μάλλον σε τσογλάνια γόνους τής πλουτοκρατίας παρά σε σοβαρούς πολιτικούς και δη τής Αριστεράς, συνειδητοποίησε ότι the game was over γι’ αυτόν και την έκανε με σιγανά πλάγια πηδηματάκια. Στο καλό. Δεν νομίζω ότι θα λείψει από κανέναν (εκτός, ενδεχομένως, από κάποιο παράνομο «αίσθημα» που, καθώς ο Πάμπλο θα μαζευτεί πια στη βιλίτσα του, δεν θα έχει και πολλές ευκαιρίες να τον βλέπει συχνά...).

▪ ▪ ▪

Με δεδομένους τους βίους παράλληλους Podemos και ΣΥΡΙΖΑ, υποθέτω ότι τα αποτελέσματα των εκλογών στη Μαδρίτη και η παραίτηση Ιγκλέσιας όσο συζητηθούν στην εγχώρια δημόσια σφαίρα θα συζητηθούν κυρίως από τρεις σκοπιές. Η Δεξιά, νοούμενη με την έννοια της παράταξης που υποστηρίζει το σημερινό κοινωνικο-οικονομικό status quo, και που βεβαίως δεν αντιπροσωπεύεται μόνο από τη ΝΔ, θα ασχοληθεί μ’ αυτά για να πει «να ποια είναι τα αποτελέσματα του αριστερού λαϊκισμού και να ποια τύχη περιμένει και τον Τσίπρα, αν δεν αλλάξει μυαλά». Ο ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία, μια κατηγορία μόνος του μη επιδεχόμενος περαιτέρω κατηγοριοποίησης, όπως κάποτε το ΠΑΣΟΚ, από την άλλη, θα σκιστεί να αποδείξει ότι, όσο κι αν στην άνοδό τους ΣΥΡΙΖΑ και Τσίπρας έχουν κάποια κοινά στοιχεία με τους Podemos και τον Ιγκλέσιας, η μοίρα του δικού τους κόμματος και του αρχηγού του θα είναι τελείως διαφορετική. Τέλος, το ευώνυμο κέρας (δηλαδή ΚΚΕ και τα κομμάτια και θρύψαλα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς) θα βρει άλλη μια ευκαιρία για να ισχυριστεί ότι η εδώ και τώρα σοσιαλιστική επανάσταση αποτελεί μονόδρομο κι ότι όποιος επιχειρηματολογεί αντίθετα είναι ή Συριζαίος με στολή παραλλαγής ή πράκτορας με κουστουμάκι απ’ τα Zara. Φυσικά, σύμπασα η Αριστερά είναι μακριά νυχτωμένη (με τη θέλησή της).

▪ ▪ ▪

Το ερώτημα που αναδύεται από τις ισπανικές εκλογές, όπως αναδύεται χρόνια και χρόνια τώρα από εκλογές σε άλλες χώρες τής ευρωπαϊκής (και όχι μόνο) Δύσης, δεν είναι τι θ’ απογίνει ο Ιγκλέσιας και οι Unidas Podemos του και τι θα κάνουμε χωρίς αυτούς. Το ερώτημα είναι γιατί οι άνθρωποι που δεν τους ψήφισαν γύρισαν την πλάτη γενικά στην Αριστερά –είχαν εναλλακτική: το αριστερό σχήμα Más Madrid (Περισσότερη Μαδρίτη)– και στράφηκαν κατά κύματα προς τα δεξιά. Γιατί οι Αγανακτισμένοι τού 2011 επέλεξαν να αναζητήσουν το καταπραϋντικό τους στο Λαϊκό Κόμμα;

Η πρώτη και βασική απάντηση στο –επαναλαμβάνω: όχι και τόσο νέο– ερώτημα είναι προφανής: «οι εργαζόμενοι και τα φτωχά λαϊκά στρώματα», που μας έλεγε ad nauseam παλιότερα η Αλέκα και τώρα μάς λέει ο Κουτσούμπας, δεν «ψωνίζουν» πλέον από αριστερά μαγαζιά. Σε καθόλου αμελητέα ποσοστά προτιμούν να ψωνίζουν από το μαγαζί τού θηλυκού Λένιν τής Δεξιάς, της Λεπέν, του Φάρατζ (λίγα χρόνια πιο πίσω), του Όρμπαν ή, τελευταία, του ισπανικού VOX , μια τάση που έκανε την εμφάνισή της και στις ΗΠΑ με τον Τραμπ ή στη Βραζιλία (τη χώρα με τις αβυσσαλέες ανισότητες) με τον Μπολσονάρου.

Ναι, αλλά γιατί συμβαίνει αυτό; Από εδώ και πέρα, αρχίζουν τα δύσκολα. Τα αφήνω για επόμενο σημείωμα –ίσως και το αμέσως επόμενο.