Δευτέρα 20 Απριλίου 2015

Σε είδα: να γράφεις παπαριές!




Γράφει σήμερα η Λένα Διβάνη από το στασίδι της στο Protagon, στη σειρά των σχολίων της υπό το γενικό τίτλο «Σε είδα:», όπου, με αφορμή διάφορα στιγμιότυπα και περιστατικά των οποίων υπήρξε, αληθινά ή λογοτεχνική αδεία, μάρτυρας, μας εκμυστηρεύεται τις σκέψεις της:



Σε είδα να παίζεις το πατριωτικό χαρτί για να κερδίσεις το μισό ευρώ του ευαίσθητου διαβάτη. «Είμαι Έλληνας», μου είπες δείχνοντας την πινακίδα σου σα να ’ταν πιστοποιητικό που θα σου εξασφάλιζε έξτρα συμπόνια. Μόνο που ο άστεγος δεν έχει ιθαγένεια, φίλε μου, δεν έχει χρώμα, δεν έχει φυλή. Είναι άστεγος παντού. Και όλα τα παιδιά του Θεού που δεν έχουν φτερά χρειάζονται τουλάχιστον τη στέγη της συμπόνιας μας.


Εγκαλεί η καλή κυρία, εμμέσως πλην σαφώς, έναν άνθρωπο που κοιμάται στο πεζοδρόμιο για εκμετάλλευση και καπηλεία τού πατριωτισμού, επειδή δηλώνει Έλληνας και σημαιοστολίζει με την ελληνική σημαία το ‘‘σπίτι’’ του, με σκοπό να μαζέψει μερικές δεκάρες παραπάνω και να μείνει ζωντανός, έστω και ζώντας μια σκυλίσια ζωή. Και το κάνει αυτό από την ασφάλεια της ευμάρειας, του κύρους και, βέβαια, του ύψους τής πανεπιστημιακής της έδρας!  Δίχως να ντρέπεται, δίχως να κοκκινίζει! Ίσα-ίσα! Το κόβω ότι θα είναι πολύ υπερήφανη για τα παχιά της λόγια, τα γεμάτα από τις θλιβερές κοινοτοπίες τού χορτάτου —που, επιπλέον, είναι και «κάποιος»!

Για ποιο «πατριωτικό χαρτί» κάνει λόγο η κεχαριτωμένη; Την ελληνική κοινότητα επικαλείται με τους Έλληνες συγκάτοικους αυτής τής χώρας (να μη γράψω συμπατριώτες και επισύρω τους μύδρους της επί εθνικισμώ). Θα μπορούσε να πάει χθες βράδυ και να τη στήσει έξω από του Καραϊσκάκη, επικαλούμενος την κοινότητα με τους οπαδούς τού Ολυμπιακού, αφού προηγουμένως είχε φροντίσει να κάνει τις αντίστοιχες προσαρμογές στο χαρτονάκι του και να αλλάξει τη σημαία από γαλανόλευκη σε ερυθρόλευκη. Ή έξω από μια εκκλησία, δηλώνοντας τη θρησκευτική του κοινότητα του με τους πιστούς. Ή έξω από την αίθουσα της γενικής συνέλευσης ενός εργατικού σωματείου, επιδεικνύοντας το χαρτί απόλυσης από τη θέση εργατοτεχνίτη β´ στη  Χαλυβουργία Ελλάδος ΑΕ, ας πούμε, και αποδεικνύοντας την κοινότητά του με τους εργάτες. Η κοινότητα είναι το μήνυμα. Δεν είναι η σημαία.

Θα είχε πρόβλημα η κυρία καθηγήτρια, αν ο άτυχος άνθρωπος που έπιασε στο στόμα της είχε επικαλεστεί κάποια άλλη ταυτότητα, δηλαδή την κοινότητά του με ανθρώπους μιας από τις κατηγορίες που προανέφερα ή κάποιας άλλης; Κατά πάσα πιθανότητα, για να μην πω βεβαιότητα, όχι. Η κυρία Λένα Διβάνη δεν είναι, φαντάζομαι, αντιολυμπιακιά. Αν κρίνω δε από την αναφορά της στο Θεό, ούτε άθεη είναι. Και, ασφαλώς, δεν μου περνάει καν από το μυαλό πως είναι εναντίον τών εργατών (με την προϋπόθεση βεβαίως βεβαίως να μη θέλουν να επιβάλλουν ως νόμο το δίκιο τους...).

Είναι όμως «αντιεθνικίστρια». Αυτήν την κοινότητα, την εθνική, έχει στο στόχαστρο (κι ας είναι κι αυτή μία κοινωνική σε τελική ανάλυση κοινότητα, ακριβώς σαν όλες τις άλλες), όπως συμβαίνει με πολλούς από το «χώρο» της —αυτόν με τα χίλια ονόματα («κεντροαριστερά», «δημοκρατική παράταξη», «έλλογη αριστερά» και άλλα 997) και τον έναν ακριβή ορισμό («ακραίο κέντρο»). Γι’ αυτό και σηκώνει το δάχτυλο στον άστεγο της ιστορίας μας —με μετρημένη, «καθώς πρέπει» για τη θέση της και όχι υπερβολική αυστηρότητα, είναι αλήθεια.

Αλλά, για μια στιγμή! Ποια σηκώνει το δάχτυλο επί ...πατριδοκαπηλία, μην αναγνωρίζοντας καν το ελαφρυντικό τής δυστυχίας; Ας αντιγράψω το βιογραφικό της έτσι όπως εμφανίζεται στο Protagon, γραμμένο ασφαλώς από το αβρό και υπεράνω εθνικών κοινοτήτων χεράκι της, παραδίδοντάς την ταυτόχρονα και δίχως την παραμικρή τύψη εκεί που της αξίζει: στην κοινή χλεύη! Γιατί τι άλλο από περιφρονητική χλεύη αξίζει σε έναν άνθρωπο που, ενώ επιτιμά τον άστεγο συνάνθρωπο για την επίκληση της εθνικής του ταυτότητας, ο ίδιος έχει επιλέξει να ξετυλίγει την παράθεση των εννέα (9) ταυτοτικών στοιχείων που συμπεριλαμβάνει στο βιογραφικό του, με πρώτα πρώτα τα δύο που αναφέρονται στην πατρίδα του υπό την τοπική και την εθνική έννοια;;;

Είμαι Βολιώτισσα, είμαι Ελληνίς, είμαι συγγραφέας, είμαι καθηγήτρια Ιστορίας Εξωτερικής Πολιτικής στη Νομική Σχολή Αθηνών, είμαι σινεφίλ, είμαι θεατροφίλ, είμαι ταξιδιώτισσα, είμαι περίεργη αλλά όχι κίτρινη και ενίοτε είμαι kinder-έκπληξη. Έχω γράψει πολλά (ιστορικά, λογοτεχνικά, θεατρικά, μην μπούμε σε λεπτομέρειες, όποιος ενδιαφέρεται τα βρίσκει στα βιβλιοπωλεία) και έχω πει ακόμα περισσότερα. Πιστεύω ότι η Ελλάδα δεν είναι κτήμα μου, εγώ δεν είμαι κτήμα κανενός, και ότι όλοι δικαιούμαστε να κυνηγήσουμε την ευτυχία. Δηλώνω ότι θα αγωνιστώ με πάθος για το δικαίωμα των ανθρώπων γενικώς και εμού προσωπικώς να ξυπνούν ότι ώρα θέλουν το πρωί και να λένε ελεύθερα ότι θέλουν μέχρι το βράδυ!



1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

«όλοι δικαιούμαστε να κυνηγήσουμε την ευτυχία»
το κυνήγι της ευτυχίας, το «pursuit of happiness» όπως λένε στο Αμέρικα. Εκτός από Ελληνίς ίσως θα 'πρεπε να συμπληρώσει και «πνευματικώς Αμερικανίς», ενδεχομένως πολύ πιθανόν και «τραπεζικώς Ελβετίς»