Κυριακή 20 Ιουνίου 2010

Όταν η Αριστερά αυτοκτονεί κι ο Μαρξ έχει πεθάνει…


...είναι δυνατόν ο Κέυνς να αισθάνεται τελείως καλά;!


Στην «Ελευθεροτυπία» της Παρασκευής δημοσιεύτηκε ένα άρθρο του τακτικού συνεργάτη της καθηγητή Κώστα Βεργόπουλου με τον τίτλο «Όταν η Αριστερά αυτοκτονεί». Σ’ αυτό ο Κώστας Βεργόπουλος ασκεί κριτική προς το σύνολο της Αριστεράς εστιάζοντας κυρίως στην, κατά την άποψή του, αποκοπή της Αριστεράς από την κοινωνία και τα προβλήματά της. Εξ αρχής, φλερτάραμε με την ιδέα να πάρουμε τον λόγο επί του άρθρου. Όταν όμως είδαμε τον φίλο και blogger Herr K να στέλνει ένα θερμό σχόλιο συνηγορίας («Αν πω ‘‘πέστα Βεργόπουλε!’’, μήπως θεωρηθεί λαϊκιστικό και απολίτικο;») στο youpayyourcrisis.blogspot.com όπου αναδημοσιεύτηκε, το φλερτ μετετράπη σε σφοδρό έρωτα! Έτσι, καταλήξαμε στο σημερινό σημείωμα.
Κώστας Βεργόπουλος
Να πούμε κάτι προκαταβολικά: τον Κώστα Βεργόπουλο τον γουστάρουμε! Τον γουστάρουμε γιατί είναι «φάτσα», γιατί, όταν χρειάζεται, μιλάει σαν «κακό παιδί», γιατί δεν φοβάται να πει την άποψή του ακόμα κι όταν είναι αιρετική· κι ακόμα γιατί είναι ένας από τους λίγους εκείνους που έχουν δει από καιρό και έχουν κριτικάρει τη διολίσθηση της Αριστεράς σε πολιτιστικά ζητήματα και την αντίστοιχη απομάκρυνσή της από τις «ταπεινές»[1] ανάγκες των πολλών.

Ως οικονομολόγος είναι η επιτομή του αριστερού κεϋνσιανού. Πιστεύει δηλαδή, χοντρικά, στην κρατική παρέμβαση μέσω δημοσίων επενδύσεων που αυξάνουν τη ζήτηση διοχετεύοντας χρήμα στους εργαζόμενους το οποίο μετατρεπόμενο με τη σειρά του σε αντίστοιχες δαπάνες κατανάλωσης «σπρώχνει» την οικονομία συνολικά σε ανοδική πορεία. Αυτονόητα, τάσσεται υπέρ ενός κάποιου εθνικού προστατευτισμού και κατά της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στην απελευθέρωση της «δράσης» του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου.

Για κάποιους θερμοκέφαλους της «πούρας» Αριστεράς, το να είσαι κεϋνσιανός είναι ένας από τους τρεις καλύτερους λόγους να σου αφαιρεθεί δημοσία και σε επίσημη τελετή η ταυτότητα του αριστερού. Θερμοκέφαλοι κι εμείς όντες, αλλά διαφορετικής κατηγορίας, δεν θα συμφωνούσαμε. Κι αυτό, επειδή δεν θεωρούμε πως είναι ασυμβίβαστα μεταξύ τους ένας μαρξιστής —αυτό δηλώνει ο Βεργόπουλος ή τουλάχιστον ποτέ δεν έχει δηλώσει μη μαρξιστής— να είναι στην παρούσα φάση, σωστά ή λάθος, κεϋνσιανός.

Έτερον εκάτερον. Μ’ άλλα λόγια, μπορεί να μη θεωρούμε τον Βεργόπουλο «εσωτερικό εχθρό», αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πιστεύουμε πως μας τα λέει και πάντα καλά.

Φωνή βοώντος εν τη ερήμω ουκ ανδρός σοφού εστί


Ακόμα κι αν παραβλέψουμε το ζήτημα του κατά πόσον είναι εφικτή σήμερα ή όχι μια πανευρωπαϊκή στροφή στην κεϋνσιανή πολιτική, ακόμα κι αν παρακάμψουμε τελείως το κατά πόσον η πολιτική της στήριξης των λαϊκών εισοδημάτων είναι ή δεν είναι η αναγκαία στάχτη στα μάτια των υποτελών τάξεων για τη διαιώνιση ενός εκμεταλλευτικού ταξικού συστήματος όπως ο καπιταλισμός, υπάρχει εδώ ένα ερώτημα απλούστερο και πρακτικότερο.

Τι νόημα έχει να λέει και να ξαναλέει κανείς αυτό που πρέπει να γίνει όταν δεν καταθέτει προτάσεις για το πώς θα γίνει από τη στιγμή που αυτοί οι οποίοι αποφασίζουν το τι θα γίνει δεν συμμερίζονται τις ίδιες απόψεις, αλλά τις ακριβώς αντίθετες;[2] Γιατί η αλήθεια είναι ότι το χέρι του Βεργόπουλου πρέπει να έχει πιαστεί πλέον να χτυπάει το κεϋνσιανό καμπανάκι εδώ και χρόνια. Πλην όμως χωρίς, φευ, αποτέλεσμα! Παρ’ όλα αυτά, δεν χάνει καθόλου το κέφι του όταν του δίδεται ο λόγος: συνεχίζει απτόητος να υποδεικνύει μια λύση που οι κλειδοκράτορες δεν επιθυμούν χωρίς και να μπαίνει στον κόπο να εκθέσει τις ιδέες του για το πώς θα υποχρεωθούν να την «επιθυμήσουν».

Θα πει κάποιος, ίσως, ότι αυτό δεν είναι δουλειά των οικονομολόγων της Αριστεράς, είναι δουλειά των πολιτικών της. Πιστεύουμε ότι πρώτος-πρώτος θα διαφωνούσε ο ίδιος ο Βεργόπουλος σ’ αυτό, ενδεχομένως δε να εξέφραζε τη διαφωνία του και με κάποια «γαλλικά». Είναι δυνατόν ένας αριστερός καθηγητής πολιτικής οικονομίας να διαχωρίζει αυστηρά την οικονομία από την πολιτική; Όχι βέβαια· για αυτό και ο Βεργόπουλος πάντα οικονομολογεί πολιτικολογώντας.

Μαρξιστικές αμαρτίες – κεϋνσιανές αρετές;


Το ίδιο κάνει και στο συζητούμενο άρθρο του. Όπου εγκαλεί την Αριστερά, όχι τόσο για έλλειψη προγράμματος, αλλά για δυσπιστία «απέναντι στη φαντασία, την ευρηματικότητα και την ανεξέλεγκτη δυναμική των κοινωνικών δυνάμεων», δυσπιστία η οποία καλλιεργεί τη υπόνοια ότι «δεν ενθαρρύνει την κοινωνία να εκφρασθεί, όσο κυρίως πασχίζει να την οικειοποιηθεί».

Εδώ νομίζουμε ότι ο Βεργόπουλος πέφτει τελείως έξω. Όχι γιατί η Αριστερά είναι αθώα των αμαρτιών που της καταλογίζει, κάθε άλλο. Αλλά γιατί αυτό που κυρίως καταγράφεται στο παθητικό της στην παρούσα συγκυρία είναι η αδυναμία της να συντονιστεί σε ένα συνεκτικό σχέδιο —κεϋνσιανό, ριζοσπαστικό, ή οποιοδήποτε άλλο— αρκούντως πειστικό για να το αγκαλιάσουν ευρέα στρώματα των απελπισμένων Ελλήνων και αρκούντως εφικτό για να συσπειρωθούν μαζί της στην προσπάθεια εφαρμογής του.

Αυτή είναι η βαριά αμαρτία της Αριστεράς σήμερα. Και, για να τα λέμε όλα, νομίζουμε ότι αυτή είναι και η αμαρτία του ίδιου του Κώστα Βεργόπουλου.



[1] Όπως, ας πούμε, πώς θα πληρωθεί το πετρέλαιο θέρμανσης τον χειμώνα, ο λογαριασμός του ηλεκτρικού ή κάποιο φαγητό για το Κυριακάτικο τραπέζι στα εγγόνια καλύτερο από κεφτέδες από κατεψυγμένο κιμά...

[2] Η ΕΕ αρχίζει να συντονίζεται όλο και καλύτερα με τις επιταγές του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού: μείωση εισοδημάτων και κοινωνικών δαπανών, συνεχείς «διευκολύνσεις» προς το κεφάλαιο ώστε να αυξήσει την κερδοφορία του, «δημιουργική» καταστροφή ανθρώπων και κοινωνιών, έτσι ώστε να κερδίσουν επάξια το εισιτήριο της επανόδου (κάποτε!) στις «ευτυχισμένες μέρες»!

Η εικόνα από το laskerfoundation.org

10 σχόλια:

VKP είπε...

Αν και θαυμάζω τον Βεργόπουλο για το λόγο του, ομολογώ ότι τον χάνω εκεί που πάει να συνδυάσει τον Μαρξ με τον Κέυνς. Όπως όλους αυτούς εξάλλου που κάνουν το ίδιο.

Ανώνυμος είπε...

Left, προσάπτεις στο άρθρο ότι δεν συνοδεύεται από σύσταση περί του πρακτέου; Αυτό δεν μειώνει την αξία της διάγνωσης, έτσι δεν είναι;

Μετά, μιλάς για το πρόγραμμα. Εχεις δίκιο που του αποδίδεις πρωτεύουσα σημασία, αλλά εάν έχεις σωστό πρόγραμμα και αδυνατείς να κερδίσεις τη λαϊκή υποστήριξη για τους λόγους που περιγράφει ο Βεργόπουλος;

Εν ολίγοις δεν διαφωνώ με τα σχόλιά σου. Με ξενίζει όμως το ότι διατυπώνονται ως πολεμική και όχι ως - χρήσιμη - προσθήκη σε μία καλή ανάλυση.

(Στο σχόλιο "γυμνάζεται τακτικά" δεν σε πιάνω)

LeftG700 είπε...

Φίλε VKP,


Η δική μας άποψη είναι η εξής: Νομίζουμε ότι ο Βεργόπουλος είναι ένας έντιμος παλιός σοσιαλδημοκράτης (το παλιός αναφέρεται στην εποχή λίγο πριν και λίγο μετά το σχίσμα του 1914) ο οποίος πιστεύει στο πέρασμα στον σοσιαλισμό μέσω των συνεχών φιλεργατικών μεταρρυθμίσεων. Επειδή αυτή η άποψη αναφέρεται στους τρόπους μετάβασης, δεν μπορείς να του προσάψεις την κατηγορία του αντιμαρξιστή, άσε που θα σε καραβρίσει αν κάνεις κάτι τέτοιο! Ο συλλογισμός του που συνδυάζει τον Μαρξ με τον Κέυνς, υποθέτουμε από τα συμφραζόμενα της επιχειρηματολογίας του, θα πήγαινε κάπως έτσι:

«Μπορούμε να κάνουμε Επανάσταση στο ορατό μέλλον; Όχι. Όμως στο ορατό μέλλον οι εργαζόμενοι θα γυρίσουν στον 19ο αιώνα! Οπότε, πάψτε να τσιρίζετε σαν βιασμένες παρθένες και να μου τα ζαλίζετε κι ελάτε να προσπαθήσουμε τουλάχιστον για ένα κεϋνσιανό πρόγραμμα που θα ανακουφίσει το προλεταριάτο για το οποίο λέτε ότι κόπτεστε».

Τώρα, αυτός ο συλλογισμός θα μπορούσε να είναι προσχηματικός ή ειλικρινής. Και πάλι κατά την άποψή μας ο Βεργόπουλος είναι ειλικρινής. Ανεξάρτητα από το αν συμφωνούμε ή όχι με την άποψή του, οι έντιμες προθέσεις του μας κάνουν να τον βλέπουμε «δικό μας».

Την καλημέρα μας.


Τα λέμε

LeftG700 είπε...

Φίλε Herr K.,


Στο ποστ μας κάνουμε (ή εν πάση περιπτώσει φιλοδοξούσαμε να κάνουμε) τρία πράγματα:

1) Να υπενθυμίσουμε διακριτικά ότι, εκτός όλων των αριστερών σχεδίων που έχουν αποτύχει, έχει αποτύχει και το σοσιαλδημοκρατικό σχέδιο —σε όλες του τις εκδοχές.

2) Να σημειώσουμε ότι αν είναι αληθές (που είναι) ότι η Αριστερά καταφεύγει σε μεγάλο βαθμό σε ευχολόγια, άλλο τόσο είναι αληθές ότι το ίδιο κάνει κι ο Βεργόπουλος. Και

3) Να διατυπώσουμε μια άλλη άποψη για το κύριο αμάρτημα της Αριστεράς στη φάση που διανύουμε σήμερα. Αυτό ως ένα βαθμό δείχνει ότι, εκτός των άλλων, διαφωνούμε και με την κύρια διάγνωσή του, αυτήν που σημείωσες κι εσύ στον διάλογό σου με την Cynical («Πρόβλημα της Αριστεράς σήμερα δεν είναι το έλλειμμα προγράμματος, αλλά η δυσπιστία της απέναντι στη φαντασία, την ευρηματικότητα και την ανεξέλεγκτη δυναμική των κοινωνικών δυνάμεων: η υπόνοια ότι δεν ενθαρρύνει την κοινωνία να εκφρασθεί, όσο κυρίως πασχίζει να την οικειοποιηθεί»). Σ’ αυτό το σημείο να πούμε δυο-τρία ακόμα λόγια:

Κατ’ αρχήν, να μη σου διαφύγει ότι μιλάμε (σκόπιμα) για ‘σχέδιο’ κι όχι για ‘πρόγραμμα’ —νομίζουμε ότι καταλαβαίνεις πολύ καλά τη διαφορά, γι’ αυτό δεν το αναλύουμε.

Έπειτα: Ναι, η Αριστερά έχει επιδείξει και δείχνει δυσπιστία απέναντι στον κόσμο. Όμως —κι εδώ ασφαλώς αναγνωρίζουμε στον Βεργόπουλο το ελαφρυντικό της απουσίας του από την Ελλάδα για πολλούς μήνες τον χρόνο— πού είναι αυτή η υμνούμενη «φαντασία», «ευρηματικότητα» και «ανεξέλεγκτη δυναμική» των κοινωνικών δυνάμεων; Κάτι υπάρχει, σίγουρα. Όχι όμως με τη μορφή ορμητικού ποταμού, όπως υπονοεί ο Βεργόπουλος, αλλά με τη μορφή κάποιων μικρών χειμάρρων.

Το αμάρτημα της Αριστεράς —και μακάρι να μη μας φτύσει η Ιστορία γι’ αυτό— είναι ότι δεν δείχνει διατεθειμένη, προς το παρόν τουλάχιστον, να ενώσει αυτούς τους μικρούς χειμάρρους, έτσι ώστε να τους μετατρέψει σε ένα όντως ορμητικό ποτάμι. Κι αυτό, για να γίνει, απαιτεί δυο πράγματα: Σ χ έ δ ι ο και μ έ τ ω π ο.

Τέλος: Με λύπη μας είδαμε ότι το ποστ μας πήρε στα μάτια σου χαρακτήρα πολεμικής. Ανεξάρτητα από το ποιος φταίει γι αυτό (ο συγγραφέας, ο αναγνώστης ή και οι δυο), ρητά να διευκρινίσουμε ότι όλα τα θετικά που γράψαμε για τον Βεργόπουλο τα εννοούμε απολύτως. Και μόνο το γεγονός ότι δεν διστάζει να λέει τα σύκα, σύκα και τη σκάφη, σκάφη, για μας που έχει πήξει το μάτι μας στις αριστερές κότες, είναι αφορμή πολύ μεγάλης εκτίμησης.

Την καλημέρα μας.


Τα λέμε


ΥΓ Αυτό που δεν κατάλαβες («γυμνάζεται τακτικά») ήταν, ως πρόθεση τουλάχιστον, ένα χιουμοριστικό διάνθισμα του κειμένου. Τώρα όμως συνειδητοποιούμε ότι μπορεί να παρερμηνευτεί πολύ άσχημα (υπάρχει μια «κλασική» γυμναστική του χεριού για μας τους άντρες, καταλαβαίνεις…). Οπότε, αφού σε ευχαριστήσουμε επειδή η απορία σου ήταν η αφορμή να κάνει το μυαλό μας «κλικ», σπεύδουμε να το διορθώσουμε.

Ανώνυμος είπε...

Καλά όλα αυτά αλλά το γράφημα στην αρχή του άρθρου που κολλάει;

dimitris t

LeftG700 είπε...

Φίλε dimitris t,


Ο τίτλος του ποστ είναι εμπνευσμένος από το γνωστό ευφυολόγημα "Ο Θεός πέθανε, ο Μαρξ πέθανε κι εγώ δεν αισθάνομαι και πολύ καλά τώρα τελευταία". Είπαμε λοιπόν, μια και μιλάει έστω και μεταφορικά για "ασθενείς", να το εικονογραφήσουμε με ένα σχετικό ιατρικό διάγραμμα.


Τα λέμε

Ανώνυμος είπε...

APO http://www.antinews.gr/?p=50906&cpage=1#comment-473666

Αχ και πάλι αχ – και δεν είναι αυτά τα “αχ” για τις ευκαιρίες που (θα) χάνει η Εθνική το βράδι … Δίστασα πολύ να γράψω αυτά που ακολουθούν, αλλά τελικά τ΄ αποφάσισα.

«Φυσικά», λοιπόν κ. αρθρογράφε, δηλαδή χωρίς καμμία μεσολάβηση της διανοίας.

«Αβίαστα», δηλαδή χωρίς καταναγκασμούς σαν κι αυτούς που μας καταδυναστεύουν ιστορικά, ψυχικά και ιδεολογικά από τα γεννοφάσκια μας.

«Μοναδική οδός», δηλαδή αναγκαστικός μονόδρομος χωρίς εναλλακτικές διαδρομές … είναι η «ανεπιφύλακτη επάνοδός της στην κοινωνία», δηλαδή η χωρίς δεύτερη σκέψη επανάκαμψη στην κοινωνική μήτρα από την οποία (η Αριστερά) ως γνωστόν απεκόπη με «μοναδικό» σκοπό να την ελέγξει.

Τόσες εννοιολογικές απλουστεύσεις βασισμένες σε τόσες γλωσσικές αυθαιρεσίες μέσα σε μια και μόνη φράση συνιστούν κατόρθωμα. Και μέσω αυτού του άθλου καλείται η Αριστερά να εγκαταλείψει τις εμμονές της στον «ορθό Λόγο», την οποιαδήποτε σχέση της με ψυχαναλυτικές «μπουρδολογίες», τη βάσσανο του διαρκούς αυτοστοχασμού και της αναζήτησης σχεδίου και μέσων υλοποίησής του, καθώς και την «ιδεοληψία» ότι η πολιτική, οικονομική και ιδεολογική αποσαφήνιση των σχέσεών της με την κοινωνία παίζει «κάποιο» ρόλο. Γιατί όλα τούτα έχουν συμβάλλει, όπως διευκρινίζεται (επιτέλους) παρακάτω, στη «δυσπιστία της απέναντι στη φαντασία, την ευρηματικότητα και την ανεξέλεγκτη δυναμική των κοινωνικών δυνάμεων». Εδώ ο συγγραφεύς θέλει να μας υπενθυμίσει – αυτός μόνος(;) – τη σημασία του «αυθόρμητου», που – πάλι αυτός μόνος(;) – βλέπει καθαρά να ξεχύνεται στα εργοστάσια, τους δρόμους, τις γειτονιές, τα γραφεία, τα πανεπιστήμια και τα σχολειά, γεμάτο σφρίγος, πρωτοτυπία και οράματα, δημιουργώντας την αναγκαία (αλλά όχι ακόμη ικανή) κοινωνική πίεση, που κάποιες πολιτικές δυνάμεις εκμεταλλεύονται προκειμένου «από το εσωτερικό του πολιτικού συστήματος να αναλαμβάνουν μεταρρύθμιση προς διάσωσή του, που όμως μπορεί να καταλήγει ακόμη και στην κατάρρευση και ανατροπή του» (!).

Μιλάμε για μια εντυπωσιακή παλινδρόμηση στα χρόνια του Γαλλικού Μάη – στην καλύτερη των περιπτώσεων, γιατί θα μπορούσε κάποιος να μας πάει πιο πίσω ακόμη στη Ρόζα, τον Λέοντα ή τις διαμάχες περί «λαϊκού μετώπου». Από το παράθυρο βεβαίως μπαίνει ταχυδακτυλουργικά, ό,τι πετάχτηκε προηγουμένως στα σκουπίδια, δηλαδή η πολιτική, αλλά ως ευκαιρία: «χωρίς βεβαίως να αφήνει ανεκμετάλλευτες τις δυνατότητες που μπορεί εκάστοτε να προκύπτουν από τις αντιφάσεις του σημερινού, έστω και καταρρέοντος, πολιτικού συστήματος». Αντιπαρέρχομαι το – προφανώς εν βερμπαλιστικώ παραλληρήματι εκστομισθέν – «έστω και καταρρέοντος» και μένω στις σκέτες «αντιφάσεις». Πώς και γιατί θα εκμεταλλευτεί μια κοινωνικά προσανατολισμένη Αριστερά αυτές τις αντιφάσεις; Αν έχει εμπιστοσύνη – όπως ρητά διατυπώνεται – στην κοινωνική δυναμική, αυτή μόνη δεν αρκεί για την ανατροπή; Αν πάλι η μεσολάβηση της πολιτικής δεν αφορά παρά μόνο την οππορτουνιστική υπόσκαψη ενός καταρρέοντος συστήματος, τί τη χρειάζεται την κοινωνική δυναμική και πρωτοτυπία;

Αλλά ο Β. τα θέλει και τα δύο, μόνο που δεν τα εμφανίζει συνδυαστικά, γιατί τότε θα κατέρρεε ο δικός του συλλογισμός περί μονοδρόμου. Τότε έστω και υπό την ευκαιριακή της έκπτωση η «παλαιού» τύπου πολιτική θα παρέμενε στο παίγνιον ως αναγκαία. Γι αυτό και η ευκαιριακή της «χρήση» κρατιέται στη γωνία ως συμπτωματικό συμπλήρωμα ώστε να μη μολυνθεί πάλι η άμεση σχέση με την κοινωνία.

Σ΄έναν κόσμο όπου δεν υπάρχει ΤΙΠΟΤΕ ΑΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΟ ο Β. επιμένει στην ανάγκη αποκατάστασης της μόνης κατ΄αυτόν ΑΜΕΣΟΤΗΤΑΣ: αυτής της σχέσης ανάμεσα σε μιαν Αριστερά που αφυπνίζεται και στην ήδη αφυπνισμένη κοινωνία. Μιλάμε για τον κλασσικό ορισμό της ρομαντικής απλοϊκότητας, η οποία θέλει να θέσει σε παρένθεση όλη την Ιστορία και να δημιουργήσει εκ του μηδενός συνθήκες ανόθευτης και αγνής συγκρότησης «νέων σχέσεων». Πρόκειται για μια ακραία primitive θεώρηση.


STO ANTINEWS SXOLIAZOUN 2,3 ARISTEROI
DIANOOUMENOI

santa maura είπε...

εγω παιδια δεν μπορω να κρινω αυτα που λεει ο βεργοπουλος, αλλα ειμαι σιγουρος οτι αν υπηρχαν και αλλοι σαν τον βεργοπουλο τοτε ο μαρξ και ο μαρξισμος δεν θα θεωρουνταν "πεθαμενος" και "ξεπερασμενος" γιατι ο μαρξισμος ειναι επιστημη και σαν επιστημη οταν δεν γονιμοποιηται απο την πραγματικοτητα στερευει. η ευθυνη για την κατηγορια αυτη (ξεπερασμενος κ.λ.π.)ανηκη πιστευω στην αριστερα και ιδιαιτερα στην διανοηση του ΚΚΕ, αν υπαρχει..

LeftG700 είπε...

Ανώνυμε φίλε,


Κατ' αρχήν, καλώς ήρθες!

Η ανάλυσή σου μας άρεσε και μας βρίσκει σύμφωνους.

Ναι, είναι και για μας καθαρό ότι ο Βεργόπουλος στοιχειώνεται ακόμα από το φάντασμα του γαλλικού Μάη και βλέπει πράγματα στην κοινωνία που δεν υπάρχουν (ή υπάρχουν ως αδύναμα ίχνη).

Πιστεύουμε όμως ότι η Αριστερά δεν πρέπει να κόψει παρτίδες με ανθρώπους όπως ο Βεργόπουλος. Εμείς τον θεωρούμε έντιμο. Και ορισμένες από τις ιδέες του —όπως ας πούμε η εγκατάλειψη της ταξικής οπτικής από ένα τμήμα της Αριστεράς, άσχετα αν διαφωνεί κανείς μαζί του για το ποια είναι η ορθή ταξική πολιτική— είναι ιδιαίτερα χρήσιμες για την αφύπνιση της "χαρούμενης" Αριστεράς...


Τα λέμε

LeftG700 είπε...

Φίλε giorgos,


Είναι αλήθεια ότι στην Ελλάδα δεν μας τρέχουν οι αξιόλογοι μαρξιστές από τα μπατζάκια. Όμως υπάρχουν. Υπάρχουν ακόμα και στο ΚΚΕ, άσχετα αν τους ...κρύβει! (Με την έννοια ότι τους υποχρεώνει να τα λένε μεταξύ τους).

Η επαφή με την πραγματικότητα και η ανοιχτότητα της αριστερής θεωρίας στην εξέλιξη των κοινωνιών είναι βέβαια απαραίτητη όσο κι ο αέρας που αναπνέουμε. Σ' αυτό νομίζουμε ότι δεν υπάρχει καμία διαφωνία από κανέναν αριστερό.

Η δυσκολία είναι στο πώς ερμηνεύει ο καθένας την πραγματικότητα ή, αν τη διαβάζουν όλοι με τον ίδιο τρόπο, τι συμπεράσματα βγάζουν για το τι πρέπει να γίνει.

Δεν υπάρχει κανένας άλλο τρόπος να ξεπερνιώνται αυτές οι δυσκολίες από το να συζητάμε και να ξανασυζητάμε μεταξύ μας με καλή πίστη και θετική προδιάθεση απέναντι στον άλλον κι όχι με διάθεση να τον κατασπαράξουμε. Έτσι το βλέπουμε εμείς τουλάχιστον.


Τα λέμε