Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2013
«Οι ‘‘μπολσεβίκοι’’ τού ΣΥΡΙΖΑ θέλουν κρέμασμα. Μακάρι να μην αποδειχθεί ότι οι ‘‘μενσεβίκοι’’ του θέλουν παλούκωμα!»* (Α´ μέρος)
*Τρικάκι
που σκοπεύουμε να ρίξουμε κατά την εν εξελίξει συνεδρίαση της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής
τού ΣΥΡΙΖΑ, κάποια στιγμή μέσα στο Σαββατοκύριακο. Με την αναφορά σε μπολσεβίκους
και μενσεβίκους να μην έχει κανένα ιστορικό περιεχόμενο, αλλά να μένει αυστηρά
στο εννοιολογικό (πλειοψηφία/μειοψηφία). Τα εισαγωγικά οφείλονται στις
αμφιβολίες που έχουμε σχετικά με το αν οι συσχετισμοί στην κορυφή τού ΣΥΡΙΖΑ
αντιστοιχούν στους συσχετισμούς τής αριστερής κοινωνικής βάσης του.
~•~•~•~•~•~
Μόνο
οι τυφλοί, οι γραμμιτζήδες, οι αφελείς, οι έχοντες πολιτικό IQ ραδικιού και οι
ματαίως αυταπατώμενοι δεν βλέπουν τη μεγάλη εικόνα που σχηματίστηκε μετά την
ολοκλήρωση της περιοδείας τού Αλέξη Τσίπρα σε Λατινική Αμερική, Βερολίνο και
ΗΠΑ. Και η μεγάλη εικόνα είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, με ευθύνη τού Αλέξη Τσίπρα και των
βασικών επιτελών τής ηγετικής περί αυτόν ομάδας, εσύρθη βίαια και πραξικοπηματικά
σε πολιτικό χώρο που δεν αντιστοιχεί στο μέχρι πρότινος στίγμα του στον
ιδεολογικοπολιτικό χάρτη. Γιατί βέβαια η
αφετηριακή βάση από την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε την πορεία του για να
εκτιναχθεί στη θέση τής αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν είναι εκείνη ενός θολού
δημοκρατισμού, ευνουχισμένου από κάθε κοινωνικά ανατρεπτική ριζοσπαστικότητα.
Και τα χέρια που σηκώθηκαν στην πρόσφατη Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ
(στην ουσία άτυπου Συνεδρίου πριν από το ιδρυτικό τής άνοιξης —αν γίνει
τότε...) διόλου δεν σηκώθηκαν για να προχωρήσουν σε έναν τέτοιο ευνουχισμό,
αλλά για να υπερψηφίσουν το Σχέδιο Διακήρυξης που δεν έχει την παραμικρή σχέση
με τέτοιου τύπου ‘‘εγχειρήσεις’’...
Ταξίδι χωρίς πυξίδα
Λένε
ότι μπορείς να πας άφοβα μέχρι την άκρη τού κόσμου, αν έχεις μαζί σου πυξίδα
(ακόμα και στην κόλαση ή και στη σπηλιά τού Μινώταυρου αν διαθέτεις κάποιον
μίτο). Φαίνεται όμως ότι ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και η συνοδεία του, κι αν είχαν
τέτοια πυξίδα, την άφησαν στα σπίτια τους (μιλάμε για αριστερά πολιτικά
στελέχη, άρα είναι αυτονόητο πως εννοούμε ιδεολογικοπολιτική
πυξίδα).
Πρώτος σταθμός
Η
έλλειψη ιδεολογικοπολιτικής πυξίδας δεν φάνηκε ιδιαίτερα κατά την πρώτη,
‘‘λατινική’’ φάση τής περιοδείας σε Βραζιλία και Αργεντινή, χώρες από τις
οποίες επιλέχθηκε να ξεκινήσει η διεθνής εκστρατεία Τσίπρα. Φυσικά, σ’ αυτό κατ’
αρχήν βοήθησε το γεγονός ότι οι συγκεκριμένες χώρες προσπαθούν να επιλύσουν τα
προβλήματά τους χωρίς να προσφέρουν γη και ύδωρ στους επικυρίαρχους του κόσμου,
υπακούοντας τυφλά στα υπερφιλεύθερα
οικονομικά τους δόγματα, αλλά, αντίθετα, προσπαθούν να συνδυάσουν την οικονομική
ανάπτυξη με την καταπολέμηση της φτώχιας, ιδίως τής ακραίας. Κυρίως όμως
βοήθησε η προνομιακή θέση που καταλαμβάνει η Λατινική Αμερική στο φαντασιακό
πολλών αριστερών, οπαδών τού ΣΥΡΙΖΑ κυρίως, οι οποίοι δικαίως την προσλαμβάνουν
ως την κατ’ εξοχήν αντιστεκόμενη περιοχή στην επέλαση του απελευθερωμένου
παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου. Αλλά η πρόσληψη αυτή οφείλεται σε συγκεκριμένες
εξελίξεις που συνέβησαν στη Νότιο Αμερική κατά την τελευταία δεκαπενταετία
(αφήνουμε απ’ έξω την Κούβα, ως παλαιότερη και εκτός συναγωνισμού περίπτωση,
και το Μεξικό τού Subcomandante Marcos, ως μη ανήκον τυπικά στα κράτη τής
Λατινικής Αμερικής). Πρώτη και καλύτερη εξέλιξη, η αναρρίχηση στην εξουσία τού
Ούγκο Τσάβες το 1998. Δεύτερη, η στάση πληρωμών που κήρυξε η Αργεντινή τον
Δεκέμβριο του 2001 και κατέληξε στην αναδιάρθρωση του 2005. Τρίτη, η επικράτηση
τού Λούλα στη Βραζιλία και τελευταία χρονικά η κατάληψη της Προεδρίας στη
Βολιβία από τον Έβο Μοράλες. Δεν θέλει ιδιαίτερη παρατηρητικότητα για να
προσέξει κανείς ότι η αντιπροσωπεία τού ΣΥΡΙΖΑ δεν επισκέφτηκε Βενεζουέλα και
Βολιβία, ή ιδιαίτερη και σε βάθος ενημέρωση για να ξέρει ότι η διακυβέρνηση
Λούλα είναι σαφώς λιγότερο αριστερή από αυτή τών Τσάβες και Μοράλες. Και
βέβαια, αρκεί να κρατάει στοιχειώδη επαφή με την πραγματικότητα για να
συνειδητοποιήσει ότι δεν μπορούμε να το κάνουμε όπως η Αργεντινή (κάτι που δεν
παρέλειψε να διευκρινίσει ο Αλέξης Τσίπρας, ‘‘διορθώνοντας’’ και την παλαιότερη
δήλωσή του «μακάρι να είχαμε γίνει Αργεντινή»). Μία μόνο επισήμανση επ’ αυτού: Η
αναδιάρθρωση χρέους που πέτυχε η Αργεντινή δεν αφορούσε ούτε κατά ένα σεντ του
δολαρίου στο χρέος τής Αργεντινής προς ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα και άλλους
διεθνείς χρηματοπιστωτικούς θεσμικούς οργανισμούς, το οποίο πληρώθηκε ή
αποπληρώνεται μέχρι δεκάρας. Αυτό σημαίνει πως, ακόμα κι αν «γίνουμε
Αργεντινή», δεν θα έχουμε τα οφέλη τής δικής της αναδιάρθρωσης, μια και με τη
σημερινή διάρθρωση του ελληνικού χρέους αυτό είναι πλέον κατά συντριπτικό
ποσοστό εγγεγραμμένο στα λογιστικά βιβλία κρατών και ΔΝΤ! Συνοψίζοντας:
Ακόμα
κι αν δεχθούμε ότι η επίσκεψη Τσίπρα στη Λατινική Αμερική ανανέωσε σε συμβολικό
επίπεδο τους αντιστασιακούς προσανατολισμούς τού ΣΥΡΙΖΑ και την
αποφασιστικότητά του να κρεμάσει κουδούνια στην ουρά τού γάτου, το πρόβλημα του
πώς ακριβώς θα γίνει αυτό (όχι στη Δευτέρα Παρουσία τής «Ευρώπης τών Λαών»,
κάτι αντίστοιχο με τη Δευτέρα Παρουσία τής «Λαϊκής Εξουσίας») παραμένει
δυσεπίλυτο, αν όχι ανεπίλυτο. Θα ήταν ανόητο βέβαια να υποστηρίξει κανείς ότι
για τον παραπάνω λόγο οι επισκέψεις σε Βραζιλία και Αργεντινή ήταν μία τρύπα
στο νερό. Ήταν απολύτως χρήσιμες κι αυτό μπορεί να το καταλάβει ακόμα και
όποιος διαθέτει ελάχιστη νοημοσύνη. Αν δεν προσεγγίσεις δύο χώρες που πέρασαν
από εκεί που βρίσκεσαι εσύ τώρα και οι οποίες, μέσα στις καταθλιπτικές συνθήκες
τού παγκόσμια κυρίαρχου καπιταλισμού, προσπαθούν να προχωρήσουν, όχι όμως πατώντας
σε κοινωνικά συντρίμμια, και να ανταλλάξεις απόψεις με τις ηγεσίες τους, με
ποιές θα το κάνεις; Ας μη μεγαλοποιούμε όμως τις θετικές πρωτοβουλίες μόνο και
μόνο για να μας φανούν μικρότερα τα προβλήματα-βουνά που έχουμε μπροστά μας ή για
να δείξουμε μεγαλύτερες τις ριζοσπαστικές διαθέσεις μας...
Ich bin ein (kleiner) Berliner?
Αν
το ταξίδι στη Λατινική Αμερική μπορεί γενικά να χαρακτηριστεί, σύμφωνα με την
κλισέ αριστερή φρασεολογία, ως προσανατολισμένο «στη σωστή κατεύθυνση», το
ταξίδι στο Βερολίνο και η συνάντηση με τον Σόιμπλε αποκάλυψε κάποια συμπτώματα που
θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν πρόδρομα ενός vertigo. Όπως εξηγούσαμε και σε
σχετική προηγούμενη ανάρτηση: Δεν το λέμε αυτό από θέσεις αρχής (= δεν
ανταλλάσσεις χειραψία ποτέ με τον Διάβολο)
είναι γνωστό ότι δεν πάσχουμε από τη γνωστή και διαδεδομένη, αν και τις περισσότερες
φορές προσχηματική, ‘‘αρχομανία’’ τής Αριστεράς. Ούτε επειδή δήθεν ο Τσίπρας
υπέκυψε στον Σόιμπλε και έγινε αρνάκι. Απλώς, δεν είδαμε κάποιο ιδιαίτερο
όφελος: δεν μεγάλωσε στα μάτια μας ο Τσίπρας επειδή τον δέχθηκε ο Σόιμπλε —και
φανταζόμαστε το ίδιο θα συνέβη και με την πλειοψηφία τών Ελλήνων που μας
ενδιαφέρουν. Αντίθετα, διακρίναμε ένα αρνητικό παράπλευρο φαινόμενο, που μπορεί
να είναι λίγο ‘‘ψιλά’’ γράμματα, όχι όμως και αόρατα: Η συνάντηση με τον
Σόιμπλε ήταν και ένας πρώτος έστω και διερευνητικός άτυπος γύρος
διαπραγματεύσεων υπό ‘‘νέα διεύθυνση ΣΥΡΙΖΑ’’. Δεν θα μπορούσε να αποφέρει
κάποιο απτό κέρδος για την ελληνική πλευρά και φυσικά δεν το απέφερε. Για ποιο
λόγο λοιπόν να χρεωθείς έναν αρνητικό πόντο τώρα;
Κοινό
αλλά ανομολόγητο μυστικό: για να ενδυναμωθεί το ηγετικό ευρωπαϊκό προφίλ τού
Αλέξη Τσίπρα, μετά την ενδυνάμωση του ‘‘επαναστατικού’’ στη Λατινική Αμερική. (Όπως
είπαμε και παραπάνω, αυτό είναι πολύ θεωρία και ελάχιστη πράξη.) Καθόλου όμως
κρυφοί δεν έμειναν οι πανηγυρισμοί από στελέχη τού ΣΥΡΙΖΑ επειδή με τη
συνάντηση ο Σόιμπλε επικύρωσε και αναγνώρισε, λέει, το ενδεχόμενο να είναι ο
ΣΥΡΙΖΑ η επόμενη κυβέρνηση. Ούτε πέρασε απαρατήρητη η εμφανής υπογράμμιση του
γεγονότος ότι οι συνομιλίες διήρκεσαν πολύ περισσότερο από όσο προέβλεπε το
πρόγραμμα. Αν όμως κάποιοι νιώθουν ισχυρότεροι εξ αιτίας τέτοιων ‘‘νικών’’, δικαιούμαστε
κι εμείς να αναρωτηθούμε για το πόσο μεγάλο είναι στην πραγματικότητα το αίσθημα
αδυναμίας με το οποίο προσεγγίζουν τους
αντιπάλους τους, άσχετα αν υπόσχονται στα λόγια να τους κατατροπώσουν με το ένα
μόνο χέρι άρθρο...
Burnt in the USA!
Αν
το ταξίδι στη Γερμανία αποκάλυψε πρόδρομα συμπτώματα πολιτικού vertigo, η
περιοδεία στις Ηνωμένες Πολιτείες φανέρωσε προχωρημένα και καραμπινάτα. Και
είναι εκεί, στην άλλη άκρη τού Ατλαντικού, που ο Αλέξης Τσίπρας και το ηγετικό
κλιμάκιο που τον συνόδευαν έκαναν σχεδόν αγνώριστη την πολιτική φυσιογνωμία τού
ΣΥΡΙΖΑ και μετέτρεψαν τον ίδιο από κόμμα τής ριζοσπαστικής Αριστεράς σε καρικατούρα
που απλώς ήταν ζωγραφισμένη με κόκκινη νερομπογιά. Γιατί τι σχέση έχουν με τον
ΣΥΡΙΖΑ και την πρόσφατα υπερψηφισμένη πολιτική του Διακήρυξη οι ύμνοι στον
Ομπάμα για τους αγώνες του υπέρ τής ‘‘μεσαίας τάξης’’, η ‘‘ζήλεια’’ του επειδή
στους δρόμους τής Νέας Υόρκης και της Ουάσιγκτον δεν είδε όπως στην Ελλάδα «κατάθλιψη,
ούτε βλοσυρά πρόσωπα, ούτε κελειστά καταστήματα», ή οι δηλώσεις τύπου «βρήκαμε ανοικτά αυτιά» και «οι ΗΠΑ είναι ένα ανοικτό πολιτικό σύστημα»; Δηλαδή, για να καταλάβουμε:
Η
Αριστερά είναι η παράταξη της ‘‘μεσαίας τάξης’’; Και οι ΗΠΑ είναι μόνο τα
ανοικτά καταστήματα του Μανχάταν και όχι και τα ερημωμένα εργοστάσια της
Πενσυλβάνια, του Ντιτρόιτ ή του Οχάιο; Όχι τα εκατομμύρια των ανέργων, των
άστεγων, των εργαζόμενων πάμφτωχων ή των εξαθλιωμένων που η μοναδική τους
προοπτική είναι να γίνουν βαποράκια ή μέλη συμμοριών τού δρόμου; Δεν είναι τα
γκέτο τών Αφροαμερικανών κι αυτά ΗΠΑ; Και τι σημαίνει «ανοικτό πολιτικό σύστημα» σε μια χώρα με δικομματισμό αιώνων,
όπου, ακόμα και για να εκλεγείς σερίφης επαρχιακής κωμόπολης, πρέπει να έχεις
χορηγό το τοπικό σούπερ-μάρκετ; Και πώς μας προέκυψε εκείνο το «Θέλω να σας πω ότι οι άνθρωποι στην Ελλάδα,
ακόμη και της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, σας θεωρούν συνοδοιπόρους στην
πολύπλευρη, αλλά σημαντική επιχείρηση για την αποκατάσταση της ευημερίας και
της ελπίδας στις δύο πλευρές του Ατλαντικού»; Θα πει ίσως κάποιος άνθρωπος του Προέδρου: Ελάτε, ρε παιδιά!
Πάμπλικ ρελάτιονς, παραμύθια, κουβέντες τού αέρα, μη τις παίρνετε τοις
μετρητοίς! Αν είναι έτσι, το ερώτημα που προκύπτει αυτομάτως είναι γιατί να τις
πάρουν τοις μετρητοίς τα τσακάλια του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Τους θεωρούμε όντως ‘‘αμερικανάκια’’;
Φυσικά,
δεν είναι έτσι. Όλα αυτά δεν αποτελούν παρά την υλοποίηση μιας ιδέας, σύμφωνα
με την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να προσεγγίσει τις ΗΠΑ, αξιοποιώντας τη διάσταση
απόψεων που έχουν με την ΕΕ της Μέρκελ προς όφελος των ελληνικών συμφερόντων —«αξιοποίηση
των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων» στην αριστερή ιδιόλεκτο. Η ιδέα δεν είναι
καινοφανής και φυσικά δεν στερείται αξίας. Μόνο που η υλοποίησή της ήταν τόσο παιδαριωδώς
αφελής και άτσαλη που της αφαίρεσε κάθε σχεδόν ωφέλιμο συστατικό: το μήνυμα που
εκπέμφθηκε στην άλλη πλευρά τού Ατλαντικού δεν ήταν τόσο αυτό τής προσέγγισης
όσο τής υποταγής και, εναλλακτικά ή και συνδυαστικά,
τής έλλειψης σοβαρότητας). Το ίδιο ακριβώς μήνυμα διέπλευσε τον Ατλαντικό,
ακαριαία χάρη στην ανάπτυξη της τεχνολογίας, και έφτασε στην Ελλάδα... Όμως:
Εμείς
‘‘διαβάσαμε’’ και ένα άλλο μήνυμα (υποθέτουμε μετά βεβαιότητας πως δεν είμαστε
οι μόνοι): Εκείνο τής ανικανότητας να υπηρετήσεις στοιχειωδώς το δικό σου
σχέδιο, αυτό που εσύ πιστεύεις ως ορθό και ενδεδειγμένο —ανεξάρτητα από το αν είναι
και αντικειμενικά σωστό.
Το ευρώ ως εθνικό
νόμισμα (ή πώς να πυροβολεί κανείς το πόδι του!)
Όλοι
ξέρουμε την περίφημη δήλωση του Αλέξη Τσίπρα στην αποχαιρετιστήρια συνέντευξη
τύπου που έδωσε πριν αναχωρήσει από τις ΗΠΑ. Κι αυτό, παρά τις φιλότιμες
προσπάθειες της Αυγής, του Red Notebook, Left.gr και δεν συμμαζεύεται να την εξαφανίσουν,
σε μία ακόμα καταγέλαστη πρακτική (‘‘αντισταλινική’’; ‘‘σταλινική’’; θα σας γελάσουμε!).
Η δήλωση έχει ως εξής:
«Για να τελειώνουμε μια και
καλή με αυτή την ανόητη και επικίνδυνη συζήτηση, εθνικό μας νόμισμα είναι το
ευρώ. Είτε θέλουμε, είτε δεν θέλουμε. Μπορεί να γίνει κριτική στο πώς μπήκαμε
στο ευρώ, τώρα είμαστε όμως στο 2013 και εθνικό μας νόμισμα είναι το ευρώ. Και
η λύση είναι να αλλάξει στρατηγική η Ευρώπη για να γίνει βιώσιμο το ευρώ. Και
δεν μπορεί να γίνει με πολιτικές που διαλύουν την κοινωνική συνοχή».
Αφήνοντας
απ’ έξω το (τεράστιο) ζήτημα του πώς ο Αλέξης Τσίπρας έκανε με αυτές τις δηλώσεις
κυριολεκτικά κουρελόχαρτο την ιδρυτική Διακήρυξη του κόμματος πλέον ΣΥΡΙΖΑ και
όχι απλώς ενός συνασπισμού πολιτικών δυνάμεων, διερωτώμεθα τα εξής:
Εντάξει,
θέλεις να προσεγγίσεις τις ΗΠΑ και να τις παρακινήσεις, όσο μπορείς, να
αυξήσουν την πίεση προς τον αυθέντη τής ΕΕ, τη Γερμανία, αφού συμπίπτετε, ο
καθένας για τους δικούς του λόγους, στη διατήρηση της ευρωζώνης. Πώς είναι
δυνατόν να παραιτείσαι από τη φιτιλιά που μπορείς να βάλεις στον υπερατλαντικό ‘‘συνοδοιπόρο’’
σου, κάνοντας σαφές ότι τάσσεσαι μεν υπέρ τής διατήρησης του ευρώ, αλλά
αφήνοντας και την ουρά ότι όλα έχουν ένα όριο και κάποια κόκκινη γραμμή που
κανείς λαός δεν μπορεί να αποδεχθεί, εκτός και αν αποφασίσει να αυτοκτονήσει, και
καμία αριστερή ηγεσία να αγνοήσει, εκτός και αν έχει εξαγοραστεί; Πώς είναι
δυνατόν να μην έχεις μάθει ούτε το βασικό, βασικότατο μάθημα που εδώ και τρία χρόνια
σου παραδίδουν οι ίδιοι οι αντίπαλοί σου, οι οποίοι δεν χάνουν ευκαιρία για να
διακηρύσσουν ότι ναι μεν θέλουν την Ελλάδα στο ευρώ με χίλια, όχι όμως και «πάση
θυσία»;
Επίλογος Α´ μέρους
Δεν θα
κουραστούμε να το επαναλαμβάνουμε —απαντώντας ταυτόχρονα και στον ‘‘πονηρό’’
Αλέξη, ο οποίος, κατά τη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας την Τετάρτη που μας πέρασε, συμπεριέλαβε στην υπερασπιστική του γραμμή απέναντι στις επικρίσεις
τών ‘‘μενσεβίκων’’ και το επιχείρημα ότι «δεν μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να μην έχει
συνομιλητές διεθνώς»:
Το
πάπλωμα για το οποίο γίνεται ο καβγάς δεν είναι το αν πρέπει να συνομιλεί ο
ΣΥΡΙΖΑ σε διεθνές επίπεδο με πολλούς και διαφόρους. Ασφαλώς και πρέπει, εκτός κι
αν είναι κόμμα που δραστηριοποιείται στο Υπερπέραν. Το πάπλωμα είναι για το
timing της κάθε συνομιλίας. Το πάπλωμα είναι το περιεχόμενο της κάθε συνομιλίας.
Και βέβαια, το πάπλωμα είναι η σοβαρή, συλλογική και βαθιά επεξεργασμένη
προετοιμασία για κάθε τέτοια συνομιλία. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ιδιοκτησία τού Αλέξη
Τσίπρα (του κάθε Αλέξη Τσίπρα, δεν έχουμε προσωπικά μαζί του) και της περί
αυτόν ομάδας, που, αν κρίνουμε από τα όσα θίξαμε σε αυτό το σημείωμα, μάλλον «δεν
καταλαβαίνουν» και γι’ αυτό «δεν ξέρουν πού πατάν και πού πηγαίνουν».
Γίναμε
σαφείς;
(Συνέχεια και τέλος στην
επόμενη ανάρτηση. Η απολογία μου για τη μη τήρηση της υπεσχημένης ημερομηνίας
δημοσίευσης —αλλά και η υπενθύμιση ότι δεν γράφει εδώ ο ...Λένιν, οπότε τι
είχατε, τι χάσατε!— δεδομένη)
Στην
εικόνα, μία μαύρη γάτα που όχι μόνο δεν πιάνει ποντίκια, αλλά, κρίνοντας από
την τρομάρα της στη θέα ενός και μοναδικού, μπορούμε με ασφάλεια να υποθέσουμε
πως, αν φορούσε βρακιά, θα τα είχε λερώσει και μόνο στην ιδέα ότι πρέπει να τα
βάλει μαζί τους!... Από το beta.photobucket.com.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου