Πολλοί θα μπορούσαν να πουν ότι οι εκτιμήσεις τού Στάθη Κουβελάκη, όπως τις αναλύει στη σημερινή Ελευθεροτυπία, είναι λανθασμένες. Και πολλοί θα μπορούσαν να ισχυριστούν το αντίθετο. Δεν αναδημοσιεύουμε το κείμενό του για να μετρήσουμε ποιοι είναι οι περισσότεροι. Το αναδημοσιεύουμε για να πούμε ο εξής απλό:
Πέμπτη 25 Ιουλίου 2013
What if?
Πολλοί θα μπορούσαν να πουν ότι οι εκτιμήσεις τού Στάθη Κουβελάκη, όπως τις αναλύει στη σημερινή Ελευθεροτυπία, είναι λανθασμένες. Και πολλοί θα μπορούσαν να ισχυριστούν το αντίθετο. Δεν αναδημοσιεύουμε το κείμενό του για να μετρήσουμε ποιοι είναι οι περισσότεροι. Το αναδημοσιεύουμε για να πούμε ο εξής απλό:
Λανθασμένες ή όχι, ένα είναι βέβαιο: Αποτελούν προϊόν απολύτως ορθολογικών και βάσιμων σκέψεων που, αν και υποκειμενικές βέβαια, αποφεύγουν να πέσουν στην παγίδα τού υποκειμενισμού. Ως εκ τούτου, ακόμα κι αν δεν τις υιοθετεί κανείς, είναι υποχρεωμένος να αρχίσει να εκπονεί από τώρα τα κατάλληλα σχέδια για την καθόλου απίθανη περίπτωση οι προβλέψεις τού Κουβελάκη (και πολλών άλλων) να επαληθευτούν από τις μελλοντικές εξελίξεις. Να αρχίσει να εκπονεί σχέδια είναι το ένα τρίτο τής δουλειάς. Το δεύτερο ένα τρίτο είναι να αρχίσει να καλλιεργεί στην κοινή γνώμη την ιδέα ότι ο έντιμος συμβιβασμός με την ΕΕ ενδέχεται να αποδειχθεί αδύνατος και, συνεπώς, σε μία τέτοια περίπτωση, οι μονομερείς ενέργειες, συμπεριλαμβανομένης και της εξόδου από την ευρωζώνη, θα αποτελούν μονόδρομο. Και το τελευταίο ένα τρίτο είναι να παρουσιάσει αυτά τα σχέδια, θέτοντάς τα στην λαϊκή κρίση, συζητώντας τα με τον κόσμο και, φυσικά, εμπλουτίζοντάς τα με τις καλές ιδέες που πιθανόν να καταθέσει «ακόμα και μία πλύστρα». Όλα τα υπόλοιπα θα τα αναλάβει η ζωή. Εκείνη είναι που θα δείξει.
Είναι εύκολα όλα αυτά; Είναι βουνό! Αλλά δεν βλέπουμε πώς αλλιώς μπορεί να γίνει. Να είμαστε τυφλοί και γι’ αυτό δεν το βλέπουμε; Φυσικά! Ουδείς τέλειος. Αν είναι έτσι, κάποιος να μας φωτίσει.
ЖΟЖΟЖΟЖΟЖ
Παρά τις επίσημες διαβεβαιώσεις περί του αντιθέτου, η αίσθηση ενός αυξανόμενου κοινωνικού και πολιτικού αδιέξοδου εντείνεται καθημερινά. Αναπόφευκτα, λοιπόν, δημιουργείται σε τμήματα της κοινής γνώμης και των πολιτικών δυνάμεων η πεποίθηση ότι πρέπει να ανιχνευθεί η δυνατότητα μιας «ενδιάμεσης λύσης» της ελληνικής κρίσης.
Ένα τέτοιο σκεπτικό ξεκινά από την εξής παραδοχή: η επιστροφή στην προ-Μνημονίου κατάσταση είναι ανέφικτη αλλά και η συνέχιση της ως τώρα ακολουθούμενης πορείας οδηγεί σε σίγουρη αποτυχία και ακόμη καταστροφικότερες περιπέτειες. Η διέξοδος θα πρέπει λοιπόν να αναζητηθεί σε μια μερική τροποποίηση του Μνημονιακού πλαισίου, που θα σταθεροποιεί στα σημερινά επίπεδα κάποιες βασικές παραμέτρους (μισθοί, συντάξεις, δημόσιες δαπάνες) αλλά θα ανακόπτει την περαιτέρω πτωτική τους πορεία. Η προοπτική της μελλοντικής τους βελτίωσης είναι ανοιχτή, αυστηρά εξαρτημένη όμως από την επίτευξη των επιδιωκόμενων ρυθμών ανάπτυξης. Παράλληλα, η αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος προς μια δικαιότερη κατεύθυνση θα επιτρέψει την παγίωση της δημοσιονομικής εξισορρόπησης και των πλεονασματικών προϋπολογισμών. Εν συντομία, ένα τέτοιο σχέδιο θα υποκαταστήσει το Μνημόνιο ενσωματώνοντας ωστόσο βασικά του «κεκτημένα».
Το δεύτερο επίπεδο της πρότασης αφορά την αποπληρωμή του δημόσιου χρέους: εφόσον η αναδιάρθρωσή του είναι εν τέλει (δηλαδή μετά τις γερμανικές εκλογές) αναπόφευκτη, στόχος είναι ο βιώσιμος τρόπος αποπληρωμής του, που θα συνδυάζει κούρεμα μεγάλου μέρους του και συνέχιση της αποπληρωμής του υπόλοιπου υπό όρους συμβατούς με κάποιες κοινωνικές και οικονομικές ισορροπίες (ορισμένοι το ονομάζουν αυτό «ρήτρα ανάπτυξης»).
Μια τέτοια λύση προβάλλεται ως η πεμπτουσία του «ρεαλισμού» διότι ανταποκρίνεται στους υπαρκτούς συσχετισμούς δύναμης, εσωτερικούς και διεθνείς, που θεωρούνται απαγορευτικοί για οποιαδήποτε άλλη γραμμή πλεύσης. Γι αυτό και παρουσιάζεται ως εφικτή μέσω διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, αποφεύγοντας μια ρήξη με το ευρωπαϊκό πλαίσιο που θα οδηγούσε τη χώρα στην απομόνωση. Αυτό που της προσδίδει όμως πειστικότητα ίσως να βρίσκεται αλλού: στην φυσιολογική με μια έννοια θεώρηση που διακατέχει έναν παίκτη που καλείται να αντιμετωπίσει έναν ασύμμετρα ισχυρό αντίπαλο και αισθάνεται δέος μπροστά στο κόστος μιας σύγκρουσης. Γεννιέται έτσι η ιδέα του «να τα βρούμε κάπου στη μέση», η αναζήτηση ενός ευπρεπούς συμβιβασμού παρόμοιου με αυτούς που ίσχυσαν –και έφεραν ενίοτε θετικά αποτελέσματα– στο παρελθόν.
Μόνο που η κατάσταση είναι πλέον εντελώς διαφορετική. Ο ισχυρός δεν αισθάνεται ότι έχει «αποτύχει», κάθε άλλο μάλιστα. Και τούτο διότι παρά τις αντιστάσεις η μνημονιακή θεραπεία-σοκ έχει ως τώρα εφαρμοσθεί στο ακέραιο και υλοποιήσει τους πραγματικούς της στόχους. Που δεν είναι άλλοι από την εγκαθίδρυση ενός καθαρόαιμου νεοφιλελεύθερου υποδείγματος στο εσωτερικό της χώρας και την υποβάθμιση της θέσης της διεθνώς –έτσι ώστε να παραμείνει άθικτη η επικυριαρχία του ευρωπαϊκού κέντρου, και ειδικότερα του γερμανικού κεφαλαίου. Όσο για το όποιο μελλοντικό κούρεμα του χρέους είναι εμφανές ότι θα συνοδευτεί με όρους δυσμενέστερους από αυτούς του επονείδιστου PSI. Μεταλασσόμενη σε μια «αποικία χρέους», η Ελλάδα έχει ήδη παραδοθεί στη λεηλασία του εγχώριου και του ξένου κεφαλαίου και απεμπολήσει θεμελιώδεις όψεις της λαϊκής κυριαρχίας και της δημοκρατικής λειτουργίας. Όσοι επιμένουν να μην βλέπουν το δομικό χαρακτήρα αυτών των επιλογών υποκαθιστούν τον «ρεαλισμό» με το αντίθετό του, την ουτοπία και τους ευσεβείς πόθους.
Υπάρχουν πράγματι συγκυρίες όπου η απέχθεια προς τη ρήξη αντί για τον προσδοκώμενο συμβιβασμό οδηγεί μοιραία στην ήττα και την συνθηκολόγηση. Ο ισχυρός ως γνωστόν δεν έχει λόγο να κάνει την παραμικρή παραχώρηση αν δεν τον εξαναγκάσει ένας συσχετισμός δύναμης. Αλλά επί του προκειμένου και ο αδύναμος δεν μπορεί να βελτιώσει τη θέση του αν δεν κάνει χρήση του αποφασιστικού όπλου που διαθέτει: την κίνηση που αλλάζει το ίδιο το πεδίο της αναμέτρησης. Σήμερα αφετηρία μιας τέτοιας αναγκαστικής στην ουσία επιλογής είναι η μονομερής κατάργηση των Μνημονίων. Αναμφίβολα, η κυβέρνηση που θα την αποφασίσει θα μπει σε μια τροχιά συνολικής σύγκρουσης με τις κυρίαρχες δυνάμεις, εγχώριες και διεθνείς. Αυτή είναι όμως και η μοναδική ρεαλιστική δυνατότητα για να ξεκινήσει ένα ευρωπαϊκό ντόμινο ανατροπών και να αλλάξει προς όφελός της το γενικότερο σκηνικό.
Υπάρχουν με άλλα λόγια συνθήκες όπου ένας επιφανειακός ρεαλισμός αποδεικνύεται ουτοπικός και όπου ο αυθεντικός δεν αντιβαίνει αλλά αντίθετα οδηγεί στην ριζοσπαστικότητα.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
8 σχόλια:
Άρχισαν τα όργανα?
Νομίζω ότι το πρόβλημα της πλειοψηφίας του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ότι προσπαθούν να είναι ρεαλιστές. Το πρόβλημά τους είναι ότι δεν μπορούν να σκεφτούν πέρα από τον ευρωκομμουνισμό και δεν θέλουν να πράξουν κάτι περισσότερο από αυτά που ήδη κάνουν. Θεωρούν ότι με αυτά τα μεσοβέζικα θα καθησυχάσουν τις μάζες των μικροαστών.
Ο Κουβελάκης για μια ακόμα φορά στέκεται στο ύψος των περιστάσεων και εκτιμά με ψύχραιμο μάτι την κατάσταση.
Πρέπει να το πάρουμε απόφαση: χωρίς σύγκρουση, αλλά και χωρίς σύνεση δεν έχει άσπρη μέρα. Όλα τα άλλα, είναι απλά για να καταγγέλουμε δεξιές και αριστερές παρεκκλίσεις.
συντροφικά,
Μάρκομ Ξ
Ο Κουβελάκης βεβαια δεν ειναι ο Καζάκης καιπραγματι με ορθολογικους συλλογισμους αναλυει μια μια τις περιπτώσεις
η μια μεση λυση εντος των μνημονίων και καποια επισης μέση λυση για το χρεος, η
η συγκρουση (μονομερής ενεργεια) που" διαφαινεται ως ο πλεον εφικτος "ρεαλισμός", ομως
θεωρει οτι και η αλλη πλευρα (η ισχυρή) δεν προτιθεται ποτέ να αναθεωρήσει την πολιτική της αενάως.
Που στηρίζεται αυτό; μα στην αλλη αποψη οτι ο νεοφιλελευθερισμός επικρατει και θα επικρατει επ΄απειρον.
Ειναι ομως ετσι; μηπως και η αλλη πλευρα εχει διαγνωσει το αδιεξοδο της λιτότητας και ισως ψαχνεται;;
Οχι, σου λενε οι αντιθετοι, με ολη την "μονολιθικότητα" της αποψης.
Η τελικη εικονα του κειμενου του Κουβελάκη δεν εχει καμια διαφοροποιηση των Καζακη, Λαπαβιτσα κλπ.
πλην του οτι εχει χρησιμοποιήσει πολύ λογικους δρομους για να φτασει......στα ιδια.
Το αλλο να ζητήσει και τη συμφωνη γνωμη του κοσμου για τη συγκρουση, δεν ξεκαθαρίζει πριν η μετα.
Αν ειναι πριν, αυτό που σε ολες τις παρομοιες αναλυσεις λειπει, ειναι
μια λεπτομερης καταγραφή των επιπτωσεων που θα υποστει η κοινωνία σε μια τετοιας μορφής σύγκρουση.
Βέβαια αν ειναι "μετα" δεν χρειάζεται.....
Φίλε Λύσιππε,
Δεν θα το έλεγα. Είναι η γνωστή παλιά συζήτηση. Τα όργανα θα αρχίσουν όταν προκύψουν τα πραγματικά διλήμματα, στην περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ βρεθεί στο κατώφλι της κυβέρνησης ή αν το διαβεί (εκεί να δεις). Δεν πρέπει όμως αυτό να μας τρομάζει. Το κουκούλωμα των διαφορετικών προσεγγίσεων είναι χειρότερο, νομίζω.
Τα λέμε
Φίλε Μάρκομ Ξ,
Yes.
Τα λέμε
Φίλη Ένη,
Το αδιέξοδο της λιτότητας το έχουν διαπιστώσει. Εκτιμούν ότι ακόμα έχουν περιθώριο. Κι όταν εκτιμήσουν ότι δεν έχουν άλλο, ναι, θα δώσουν κάποιες χάντρες και καθρεφτάκια στους ιθαγενείς (δεν έχουν περιθώρια για τίποτε περισσότερο· είπαμε: ξέχνα τη χρυσή τριακονταετία). Εμείς δεν θα πάρουμε. Ελπίζουμε να μην πάρει και η Αριστερά.
Για τον Κουβελάκη είναι αυτονόητο ότι όλα αυτά που λέει πρέπει να τεθούν εκ των προτέρων υπ’ όψη κάθε ενδιαφερόμενου, δηλαδή του κόσμου. Το αντίθετο θα ήταν απολύτως παράλογο. Εξ άλλου, όσοι συμμερίζονται αυτό το σκεπτικό τονίζουν την ανάγκη της ενημέρωσης και της ανοιχτής συζήτησης με όλο τον ελληνικό λαό για όλα τα ζητήματα (και ενδεχόμενα).
Τα λέμε
Μόνο που συνεχίζεται ένας διάλογος κουφών χωρίς ουσιαστική συζήτηση για τα ενδεχόμενα. Ο Κουβελάκης ως σοβαροφανής δικολάβος, αποφεύγει την άμεση καταγγελία άλλων προτάσεων, αλλά καταφεύγει σε ψυχολογισμό και μεταφυσική. Όμως οι δρόμοι δεν είναι δύο (του Κουβελάκη) και αυτή που κατηγορεί ο Κουβελάκης. Ουτε υπάρχει ένα δηθεν σχέδιο Α και ένα Β. Υπάρχουν πολλοί δρόμοι, πολλά ενδεχόμενα, πολλές αβεβαιότητες και ενδεχόμενα. Σε αυτό το πλαίσιο η παρέμβαση του Κουβελάκη είναι απογοητευτική. κρίμα.
Σταύρος
Θα ήμουν υπόχρεος αν μου υποδείκνυες που βρίσκονται ο ψυχολογισμός και η μεταφυσική στο κείμενο του "δικολάβου".
dimitris t
Δημοσίευση σχολίου