Τετάρτη 11 Μαΐου 2016

Όταν μιλάμε για την ανθρώπινη σκέψη, κανένα ρεύμα της δεν μπορεί να βρει το δρόμο του μόνο με την παρέμβαση της φύσης...




Μία πολύ χρήσιμη και παραγωγική παρέμβαση έκανε ο Βαγγέλης Αντωνίου, παλαιό μέλος τού Αριστερού Ρεύματος, αν ‘‘διαβάζω’’ καλά το κείμενό του, με καίριες και θαρραλέες επισημάνσεις για τα μέχρι τώρα στραβά κι ανάποδα της τάσης που πρόσφατα αποφάσισε να μετεξελιχτεί σε πολιτική οργάνωση. (Δεν μπορώ να νικήσω τον πειρασμό να την αντιπαραβάλω με τις πρόσφατες μηδενιστικές κριτικές τού Δημήτρη Μπελαντή που δίπλα της δείχνουν ακόμα πιο προβληματικές...) Τα σημεία που εγώ ξεχωρίζω επικροτώντας (χωρίς να παραγνωρίζω ότι παρόμοιες επισημάνσεις έχουν κάνει και άλλα στελέχη με αναφορές στο Αριστερό Ρεύμα, έστω και αν, σε αρκετές περιπτώσεις, όχι τόσο φωναχτά):

α) Την επισήμανση της επιτακτικής πια ανάγκης για ουσιαστική και σε βάθος αυτοκριτική αναδρομή στις λανθασμένες πράξεις και στις εντυπωσιακές παραλείψεις.

β) Την αναγνώριση του ιδεολογικού και θεωρητικού ελλείμματος και την ατελέσφορη προσπάθεια αναπλήρωσής του με τον πρακτικισμό και τον  εμπειρισμό.

γ) Την υπενθύμιση της μεγάλης υπηρεσίας προς το αριστερό κίνημα που το Αριστερό Ρεύμα επιτέλεσε με τη σταθερή κατάδειξη του «εχθρού ευρώ» –υπηρεσία που ‘‘ξεχνιέται’’ από τους έχοντες «έννομο συμφέρον» προς τούτο, τους «αριστερούς ευρωπαϊστές», αλλά και ξεχάστηκε ως μη έδει από επικριτές εκ των έσω (Δημήτρης Μπελαντής, για παράδειγμα).

δ) Τη στήριξή του στον Παναγιώτη Λαφαζάνη (αν και θα μπορούσε να μην είναι τόσο επαναλαμβανόμενη) με την ταυτόχρονη κατάδειξη των αδυναμιών του (άλλος πειρασμός που δεν νικώ: μερικές από αυτές τις αδυναμίες του τις έχουμε υποδείξει κι εμείς από εδώ), αλλά και την κομψή υπόμνηση ότι, αφού ο χρόνος έχει ημερομηνία λήξης για όλους, πρέπει, συνεπώς, να ετοιμάζεται το πρόσωπο που θα παραλάβει τη σκυτάλη...

ε) Τη σαφή και με bold γράμματα πρόταση να αναληφθούν πρωτοβουλίες για την επιστροφή στο Αριστερό Ρεύμα στελεχών που, ανεξάρτητα από επί μέρους διαφωνίες που μπορεί να έχει κανείς (εγώ, π.χ.) για ορισμένες απόψεις τους, αποτελούν είδος εν ανεπαρκεία όχι μόνο στο Αριστερό Ρεύμα ή στη ΛΑΕ, αλλά γενικά στην Αριστερά (Κουβελάκης, Μπελαντής, Λαπαβίτσας).

στ´) Το χαρακτηρισμό τής ανάγκης αποκοπής κάθε ομφάλιου λώρου που συνδέει το Αριστερό Ρεύμα και κατ’ επέκταση τη ΛΑΕ με τον Νέο (και θλιβερό) ΣΥΡΙΖΑ.

***

Καλώς ομίλησε, λοιπόν, ο Βαγγέλης Αντωνίου, και όσοι συμμερίζεστε την άποψη αυτού τού ιστολογίου ότι το Αριστερό Ρεύμα, παρά τα πολλά και σοβαρά προβλήματα που το σημαδεύουν, αποτελεί το καλύτερο συγκριτικά σχήμα μέσα από το οποίο μπορεί να επιχειρηθεί η ανασύνταξη της διαλυμένης Αριστεράς, διαβάστε με προσοχή τις σκέψεις του. Ας τραβήξω, όμως, κι έναν αστερίσκο, πριν του δώσω το λόγο:

Καλά να το βλέπουμε από ανανεωτές αποδομητές τού μαρξιστικού κινήματος. Είναι όμως ανάγκη ακόμα και ικανά και «πέραν πάσης αμφιβολίας» στελέχη να πέφτουν στη λούμπα τής αναγόρευσης των πρακτικών διοίκησης που ακολουθήθηκαν στα χρόνια τής διακυβέρνησης Στάλιν στην ιδιαίτερη κατηγορία τού «σταλινισμού», δεχόμενα έτσι εθελοντικά να φορτώνεται η δική μας πλευρά με όλες τις πληγές τών αυταρχικών, απολυταρχικών ή και τυραννικών πρακτικών διακυβέρνησης, όταν ακόμα και τα μικρά παιδιά ξέρουν πως στην Ιστορία τής ανθρωπότητας τέτοιες πρακτικές είναι πιο αρχαίες κι από τις λάσπες; Κι ένα δεύτερο και ίσως σημαντικότερο: δεν είναι πολύ μικρή μια λέξη για να κρύψουμε από κάτω της όλες τις δυσκολίες και τις αναπόφευκτες αντινομίες που συνεπάγεται μια σοσιαλιστική οικοδόμηση, ιδίως όταν αυτή έχει ξεκινήσει από επαναστατικές (δηλαδή μειοψηφικές) διαδικασίες; Για σκεφτείτε:

Μία λέξη, ακόμα και μία τόσο φορτισμένη  όπως η λέξη «σταλινισμός», δεν είναι ούτε καν ένα χαλί!

ЖΟЖΟЖΟЖΟЖ


του Βαγγέλη Αντωνίου

Με αφορμή την ανοιχτή δημοσίευση του κειμένου για τη διαμόρφωση της ιδρυτικής διακήρυξης του Α.Ρ. ως πολιτικής οργάνωσης, ενός κειμένου που επιχειρεί να αποτυπώσει τον «μέσο όρο» των απόψεων και προβληματισμών του ιστορικού αυτού ρεύματος, είναι, θεωρώ, σκόπιμο να κατατεθούν δημόσια, όχι τόσο τα (προφανή) σημεία συμφωνίας με το πλαίσιο που οριοθετεί το κείμενο, αλλά εκείνες οι «αιχμές» που μένουν ατελείς ή και έωλες καθώς και να διατυπωθούν σκέψεις πάνω σ’ εκείνα τα σημεία για τα οποία το κείμενο επιφυλάσσει εύγλωττες αλλά κρίσιμες αποσιωπήσεις. Με το παρόν σημείωμα θα επιχειρήσω προσώρας το δεύτερο, επιφυλασσόμενος για το πρώτο στο αμέσως επόμενο διάστημα.

Η ίδρυση του Αριστερού Ρεύματος στις αρχές της δεκαετίας του ’90, μέσα στις συνθήκες της ιστορικής ήττας της κατάρρευσης του «υπαρκτού» και της «διπλής», μέσα σε ελάχιστο χρόνο, διάσπασης του Κ.Κ.Ε., σηματοδοτήθηκε εξαρχής από εγγενείς αντιφάσεις, οι οποίες το ακολούθησαν, λιγότερο ή περισσότερο, σε ολόκληρη την ιστορική του διαδρομή, καθόρισαν, επίσης, τις θετικές και αρνητικές πλευρές αυτής της πορείας και που σήμερα, μετά από μια νέα ιστορικών διαστάσεων ήττα και μια νέα διάσπαση, αναζητούν επειγόντως την υπέρβαση, επί ποινή αυτοακύρωσης.

Το Α.Ρ. συγκροτήθηκε από αγωνιστές που είχαν στη συντριπτική τους πλειοψηφία στρατευθεί στη μεταπολιτευτική περίοδο στο Κ.Κ.Ε. και μετά τη διάσπασή του παρέμειναν στον ΣΥΝ. Ένα σημαντικό τους τμήμα είχε δώσει εσωκομματική μάχη απέναντι στον σταλινισμό και τη γραφειοκρατία, εντούτοις όχι όλοι, καθόλου ομόθυμα και πάντως από αφετηρίες με διαφορετικό ή και εκ διαμέτρου αντίθετο πρόσημο. Στον ηγετικό πυρήνα του Α.Ρ. δεν υπήρχε πολιτικό σχέδιο συγκροτημένο πάνω σε μια βασική ιδεολογική κατεύθυνση, το αντίθετο μάλιστα. Σε μια περίοδο επέλασης του νεοφιλελευθερισμού και προϊούσας αποϊδεολογικοποίησης, συντριβής των «υπαρκτών» βεβαιοτήτων αλλά και του ηθικού των στελεχών, δεν ήταν ευκαταφρόνητη η επίδραση ακόμη και αμιγώς σοσιαλφιλελεύθερων απόψεων εντός του Α.Ρ. –λίγο αργότερα άλλωστε είδαμε να αναπτύσσονται και οι αντίστοιχες προσωπικές στρατηγικές (για να μην αναφερθούμε σε όλους όσους εξέθρεψε κατά καιρούς στους κόλπους του αυτό το ρεύμα, γιατί ακόμη και στο σημερινό υπουργικό συμβούλιο τα ποσοστά είναι σταλινικού τύπου). Η λογική της συγκρότησης του Α.Ρ. στη βάση κυρίως της «ιστορικής» προέλευσης των συμμετεχόντων ελάχιστα απείχε από το «όλοι οι καλοί χωράνε», μια λογική που παρά τις επανειλημμένες «διασπάσεις» του Α.Ρ. ουδέποτε εγκαταλείφθηκε εντελώς.

Το γονιδιακό αυτό στοιχείο επιβίωσε/λαθροβίωσε διαχρονικά, εξαιτίας δύο κυρίως παραγόντων: α) της έλλειψης μιας ουσιαστικής θεωρητικής επεξεργασίας και εμβάθυνσης για την κομμουνιστική στρατηγική του καιρού μας, στοιχείο αναπόσπαστο σε ένα τέτοιο ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα, που συμμετείχε σ’ ένα τέτοιο κόμμα και β) της έλλειψης αφενός εσωτερικής δημοκρατίας στις διαδικασίες, τη δόμηση, τη στελεχική αναπαραγωγή και αφετέρου τη διατήρηση ενός «κλειστού», σχεδόν συνωμοτικού, χαρακτήρα της «τάσης», στοιχείο που αντανακλούσε κατά βάση την ήδη προαναφερθείσα ιδεολογικοπολιτική ανασφάλεια.

Έτσι, σταδιακά αλλά σταθερά, το Α.Ρ. εμπέδωνε τα χαρακτηριστικά του, που προσιδίαζαν περισσότερο σε «κλειστό» μηχανισμό παρά σε ρεύμα ιδεών, με βασικό διακύβευμα τους συσχετισμούς στη στελέχωση των κομματικών «αρμών», σε μια σχεδόν αδιατάρακτη συγκατοίκηση με τις άλλες εντός ΣΥΝ ομαδοποιήσεις, με όρους, μάλιστα, άτεγκτης επετηρίδας, «ελεγχόμενης» αναπαραγωγής «νέων» στελεχών και «ιδρυματικής επαγγελματοποίησης».

Η έλλειψη ηγεμονικής αφήγησης και ηγετικής αυτοπεποίθησης, ακόμη και στις φάσεις εκείνες που το Α.Ρ. πλειοψηφούσε αριθμητικά εντός του ΣΥΝ, φυσική συνέπεια των δικών του ελλειμμάτων, επέτρεψε σχεδόν αμαχητί να επικρατήσει, όχι απλώς ηγεμονικά αλλά καταθλιπτικά, ο «αριστερός» –ή και σκέτος– ευρωπαϊσμός, ως το θεμελιώδες φυσιογνωμικό χαρακτηριστικό του χώρου του ΣΥΝ (και δια της «αριστερής» συνηγορίας του, να συμβάλλει στην εμπέδωσή του στην ελληνική κοινωνία, στην οποία τα αντιιμπεριαλιστικά ανακλαστικά κυριαρχούσαν σε όλη την πρώτη μεταπολιτευτική περίοδο).

Θα ήταν, όμως, εξαιρετικά άδικο να μην επισημανθεί η σημαντικότατη συνεισφορά ιδιαίτερα του ίδιου του Παναγιώτη Λαφαζάνη, ακόμη και αρχικά, στα πρώτα κιόλας βήματα του Α.Ρ. Ήταν αυτός και μια μικρή σχετικά ομάδα, που, απέναντι στην α-φασική αποκομμουνιστοποίηση των φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών αυτού του ρεύματος, αντιστάθηκε με παροιμιώδη «ξεροκεφαλιά» και «γραφικό δογματισμό». Κι ήταν αυτή η αντίσταση που ενέγραψε υποθήκες για τη ριζοσπαστικοποίηση που συντελέστηκε αργότερα, στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας. Που έσωσε την τιμή αυτής της αριστεράς, στο Μάαστριχτ, στον βρώμικο πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, στο σχέδιο Ανάν πιο ύστερα. Που κράτησε διαχρονικά «ανοιχτές» τις γραμμές με άλλα κομμάτια της κομμουνιστογενούς αριστεράς.

Μα και να μην υπήρχαν όλα αυτά θα αρκούσε μόνο ένα: ο έγκαιρος και οξυδερκής εντοπισμός του κρίσιμου κρίκου της αντιπαράθεσης με τον αστισμό – και κατ’ επέκταση με τα ρεφορμιστικά ρεύματα εντός του ΣΥΝ-Σύριζα αλλά και εντός του ίδιου του Α.Ρ. – πάνω στο ζήτημα της ευρωπαϊκής οικονομικής ολοκλήρωσης και του ευρώ.

Το Α.Ρ. επιχείρησε μια αυθεντικά επανιδρυτική πράξη το φθινόπωρο του 2012, στην Πανελλαδική συνδιάσκεψη του Σύριζα, με την απόφαση ανάληψης της ευθύνης για τη συγκρότηση της αριστερής πτέρυγας (Α.Π.), απόφαση που λήφθηκε με την (όχι και τόσο συνηθισμένη) διαδικασία της εσωτερικής ψηφοφορίας, της οποίας, ωστόσο, τα αριθμητικά δεδομένα κατέγραφαν και τα όρια και τις εσωτερικές αντιφάσεις του εγχειρήματος.

Η πορεία έκτοτε, με ενδιάμεσους σταθμούς τον Μάρτιο 2013 με την ακύρωση του  «όχι» του κυπριακού κοινοβουλίου από το ευρωπαϊκό διευθυντήριο, το ιδρυτικό συνέδριο του Σύριζα (που κατέγραψε έναν ισχυρό εσωκομματικό συσχετισμό, χωρίς, ωστόσο, να εγκαθιδρύσει μιαν ηγεμονική, συνολική και δομική αντι-αφήγηση για το κόμμα), τα ταξίδια Τσίπρα και τις «ειδικές αποστολές» του «κύκλου» του αντιπροέδρου, την κινηματική απονεύρωση (απεργία της ΟΛΜΕ), τις εκλογικές μάχες του 2014, τις όλο και πιο δεξιόστροφες συμμαχίες, τη συστηματική προγραμματική διολίσθηση, τις μέσω ΠτΔ πρόωρες εκλογές, το φιάσκο του «διαρκούς», την  κυβερνητική εμπλοκή, την εκλογή Παυλόπουλου, τη συμφωνία της 20ης Φλεβάρη, το άδειασμα των ταμείων, το ανέκδοτο της διαπραγμάτευσης, την (εκ προμελέτης) προδοσία του «όχι», την καταψήφιση του 3ου μνημονίου, τη συγκρότηση της ΛΑΕ, την εκλογική αποτυχία του Σεπτέμβρη, αποτελεί από μόνη της ένα ολόκληρο κεφάλαιο θετικών και αρνητικών όψεων της παρέμβασης της Α.Π. και του Α.Ρ., που εντέλει όμως απέτυχε να αποτρέψει τη βαρύτατη, στρατηγικών διαστάσεων, ήττα του κινήματος και της αριστεράς.

Για το κεφάλαιο αυτό, οφείλουμε συλλογικά ως Α.Ρ. μια ολοκληρωμένη, βαθιά αυτοκριτική αποτίμηση, που μέχρι τώρα ελάχιστα έχει ψηλαφηθεί και εντελώς ανεπαρκώς προσεγγίζεται στο κείμενο. Πρέπει να κατανοηθεί πως τα ζητήματα αυτά δεν αποτελούν μιαν άσκοπη ομφαλοσκόπηση αλλά αυτονόητη υποχρέωσή μας, ειδικά απέναντι σ’ εκείνο το δυναμικό της αριστεράς που στρατεύτηκε, αγωνίστηκε, μάτωσε, προδόθηκε και που μας θεωρεί, όχι πάντα αναιτιολόγητα, μέρος του προβλήματος. Ένα δυναμικό, μάλιστα, που δεν βιώνει για πρώτη φορά τη ματαίωση και που συνειδητοποιεί, με καταθλιπτικό συχνά τρόπο, το πεπερασμένο των φυσικών και ψυχικών του αντοχών. Τα ερωτήματα δε ουδόλως έχουν να κάνουν με το αν καλώς συμμετείχε το Α.Ρ. στον Σύριζα, αλλά στο αν έπραξε όσα μπορούσε και όφειλε για να αποτρέψει την προδοσία και την ήττα ή/και να διαμορφώσει καλύτερες προϋποθέσεις για την υπέρβασή της.

Η ορθή θέση του Α.Ρ. –ειδικά της «φυσικής» του ηγεσίας– πως το ευρω είναι η λυδία λίθος που συμπυκνώνει το περιεχόμενο της ταξικής αναμέτρησης στην Ελλάδα, κάνει ακόμη πιο δυσεξήγητο το γεγονός πώς η ηγετική ομάδα του Σύριζα, της οποίας η ευρωλαγνεία ήταν παροιμιώδης, αφέθηκε να προετοιμάσει, να υλοποιήσει μεθοδικά και εντέλει να ολοκληρώσει αυτό το πραξικόπημα.

Είναι βέβαιο πως η θέση για το ευρώ δεν ήταν ομοιογενώς κτήμα ολόκληρου του Α.Ρ., ούτε καν ολόκληρης της ηγεσίας του. Είναι, επίσης, βέβαιο πως υπήρχαν, εντός του Α.Ρ., διαφορετικές ταχύτητες (sic) «αντιπολίτευσης» απέναντι στην ηγετική ομάδα και εξαιρετικά διάχυτα τα σύνδρομα «συγκατοίκησης». Όλα τούτα ενέτειναν το έλλειμμα συλλογικής μας αυτοπεποίθησης, σε στιγμές ιδιαίτερα που απαιτούσαν στιβαρή, απολύτως ομόθυμη και συντονισμένη δράση. Με αποτέλεσμα να αρθρώνεται μια αντιπολίτευση για εσωκομματική χρήση και να μένει συνήθως μετέωρη. Να μην βρίσκει τη φυσική της συνέχεια, η οποία όφειλε να ήταν η εμβάθυνση και προπαντός η «κοινωνικοποίηση» της θέσης μας για το ευρώ. Η έκθεσή της στον δημόσιο διάλογο. Η επιδίωξη να προετοιμαστούν έγκαιρα τα μέτωπα με υπαρκτές συλλογικότητες σε αντι-ευρώ κατεύθυνση.

Τα δικά μας ελλείμματα αυτοπεποίθησης γίνονταν ακόμη πιο εμφανή όταν η ηγετική ομάδα κλιμάκωνε σχεδιασμένα τη δεξιά της ολίσθηση, είτε στο προγραμματικό επίπεδο είτε στο επίπεδο των διαβόητων συμμαχιών. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, η κλιμάκωση αυτή απαντιόταν από δικές μας αναδιπλώσεις, στο όνομα μιας σχεδόν μεταφυσικής προσήλωσης στην ενότητα (για την υπονόμευση της οποίας, ωστόσο, ήμασταν οιονεί στοχοποιημένοι).

Είχαμε, λανθασμένα, την εντύπωση πως η κοινωνία γνώριζε το βάθος και το περιεχόμενο της δικής μας αντίθεσης, όταν αποδείχτηκε πως ούτε καν στο ευρύτερο κομματικό ακροατήριο αυτό δεν ήταν όσο έπρεπε γειωμένο.

Κι αν όλα τούτα ίσχυαν μια φορά για την περίοδο πριν τις εκλογές του Γενάρη του ’15, ίσχυαν στο πολλαπλάσιο στο 6μηνο της διακυβέρνησης, καθώς η χωρίς προηγούμενο συμπύκνωση του πολιτικού χρόνου, καθιστούσε σήμερα αυτό που όφειλε να γίνει χθες εξαιρετικά ανεπίκαιρο και τραγικά αλυσιτελές.

Ο Π. Λαφαζάνης, στην ομιλία του στην Κ.Ε. τον Φλεβάρη του ’15 είπε για την εκλογή Παυλόπουλου πως εγκαθίσταται μια «συγκατοίκηση» που, όταν θα έλθει η κρίσιμη στιγμή, θα τη βρούμε μπροστά μας. Ποιος το έμαθε πέραν του περιορισμένου ακροατηρίου στον Κεραμεικό; Έθεσε από τον Απρίλη, σε κυβερνητικό επίπεδο, ζήτημα δι-εξόδου από τη «διαπραγμάτευση» και προσφυγής στη λαϊκή ετυμηγορία, ποιος το πήρε χαμπάρι; Μήπως δεν γνωρίζαμε την τεχνική των «διαρροών»; Το Σάββατο του Λαζάρου του ’15 στο Όσκαρ αποφασίσαμε να πάρουμε μέτρα οργανωτικής ανασυγκρότησης. Αποφασίσουμε να προχωρήσουμε σε δημόσιες εκδηλώσεις για την εκλαΐκευση της θέσης μας για το εθνικό νόμισμα. Να θυμηθούμε έκτοτε τα αμέτρητα μπρος-πίσω, τις παροιμιώδεις αμφισημίες και ταλαντεύσεις;

Ο Δραγασάκης στην Κ.Ε. του Μαΐου στο Caravel, μας είπε κατάμουτρα πως μόλις κλείσει η συμφωνία έχει «παρκαρισμένα» 100 δις για επενδύσεις, ο Τσίπρας τα είχε συμφωνήσει με τον Γιούνκερ στο τηλέφωνο, οι 47 plus σελίδες ήταν στο τραπέζι, ο Φίλης κι ο Βούτσης προετοίμαζαν κοινοβουλευτικό πραξικόπημα, στις οργανώσεις αλώνιζε το χαφιεδότσουρμο της νεοπαγούς «Ενωτικής» που έπαιρνε κατευθείαν γραμμή απ’ τα υπόγεια του Μαξίμου, όλα «μύριζαν» πως εκείνο που χρειάζονται για να επιβάλλουν τη συνθηκολόγηση ήταν μια τραπεζική κρίση, γιατί μας έπιασαν με τις πιτζάμες ρε γαμώτο;
Εξηγούνται όλα αυτά από την έλλειψη αποφασιστικότητας, την υποτίμηση ή/και την υπερεκτίμηση των αντικειμενικών ή υποκειμενικών όρων; Ως ένα σημείο, ασφαλώς. Από ένα, ωστόσο, σημείο και μετά θα πρέπει να αναζητηθούν οι βαθύτερες αιτίες, που - υποστηρίζω πως - συνδέονται με τον εμπεδωμένο «ιδρυματισμό» του κορμού του ηγετικού μηχανισμού του Α.Ρ. Στις «γέφυρες» και τις χρόνιες αλληλεξαρτήσεις με τον υπόλοιπο κομματικό μηχανισμό, που επέφεραν και τις αμβλύνσεις στο ιδεολογικοπολιτικό μέτωπο (συνήθως πάντα αυτό έχει ένα «υλικό» υπόβαθρο). Αλλά και μια μεταφυσικού τύπου άρνηση να συνειδητοποιηθεί έγκαιρα το γεγονός πως η συγκεκριμένη ηγετική ομάδα είχε ανεπιστρεπτί (πολύ πριν τις εκλογές του Γενάρη του ’15) προσχωρήσει σε ταξική συνθηκολόγηση με κέντρα του εγχώριου αστισμού και του διεθνούς ιμπεριαλισμού. Και, αξίζει να επαναληφθεί, πρόκειται για συλλογικό –και όχι μόνο προσωποπαγές/ηγετικό– έλλειμμα.

Μόνο στο πλαίσιο αυτό μπορεί να κατανοηθεί και η σωρεία των φοβικών τακτικών (μη) επιλογών: της μη απόσυρσης της εμπιστοσύνης της εν δυνάμει κοινοβουλευτικής μας ομάδας από την κυβέρνηση, τα ακατάληπτα ναι που ήταν όχι στη βουλή μέσω αλγοριθμικών συναρτήσεων, της μη μαζικής/ακαριαίας παραίτησης ΟΛΩΝ των στελεχών μας από υπουργικές και άλλες κυβερνητικές θέσεις - ένα όπλο από το οποίο για ακατανόητους λόγους αφοπλιστήκαμε μόνοι μας - της «ομηρίας» μας στο ελάχιστο αλλά κρίσιμο χρονικό διάστημα στην πρόταση του Τσίπρα για δήθεν συνέδριο, όταν ετοίμαζε σε συμφωνία με τη Μέρκελ εκλογές όχι στις 20 αλλά στις 13 Σεπτέμβρη κ.ό.κ.

Υπάρχει ένας αντίλογος που λέει πως οι δικές μας κινήσεις θα ήταν πρωθύστερες, στον βαθμό που ο λαϊκός παράγοντας έπρεπε μέσα από τη ζωντανή του εμπειρία να βγάλει τα συμπεράσματα, που θα δικαίωναν τις δικές μας επιλογές. Ισχύει όντως, με τη διαφορά ότι δεν έχεις απέναντί σου τον Τσίπρα, έναν επαγγελματία του τυχοδιωκτισμού και του πραξικοπήματος. Και με την επιπρόσθετη επισήμανση ότι εμείς απεμπολήσαμε ακριβώς τη δυνατότητα να μιλήσουμε έγκαιρα, ανοιχτά, δημόσια και δυνατά με τη δική μας αφήγηση. Ακόμη και με συντελεσμένη τη διάσπαση, εμείς επιλέγαμε να συνεχίσουμε να κάνουμε «κλειστές» διαδικασίες με face controller στην πόρτα.

Μας πέταξε το γάντι ο Τσίπρας λέγοντας πως κρυβόμαστε πίσω από την ασφάλεια της υπογραφής του. Πώς απαντήσαμε; Κρύβοντας το σχέδιο Λαπαβίτσα (και τον ίδιο, ίσως, όπως και τον Αλαβάνο;). Θέλαμε, θέλουμε ακόμη και τώρα, να απαντήσουμε, μα την αλήθεια δεν είμαι βέβαιος.

Ξεκίνησα αυτό το σημείωμα υποστηρίζοντας ότι αν δεν υπερβούμε πλέον τις δομικές μας αντιφάσεις και ανεπάρκειες η ποινή θα είναι η αυτοακύρωση του εγχειρήματος και δεν είναι σχήμα λόγου.

Το Α.Ρ. διαθέτει μια πανελλαδική δικτύωση και ένα –αν και αρκούντως «ηλικιωμένο»– δυναμικό έμπειρων αγωνιστών, «εκπαιδευμένο» πιο πολύ είναι η αλήθεια στον εμπειρισμό, με δεκαετίες, ωστόσο, βιωμάτων κινηματικής και πολιτικής δράσης και στράτευσης, με αξιόλογη κοινωνική γείωση, με δεσμούς στον ευρύτερο κόσμο της αριστεράς. Ένα δυναμικό απαραίτητο, με τις όποιες αδυναμίες και ανεπάρκειες, στο εγχείρημα της ανασύνταξης και επαναναθεμελίωσης της ριζοσπαστικής αριστεράς.

Το Α.Ρ. διαθέτει, επίσης, μια «φυσική» ηγεσία στο πρόσωπο του Παναγιώτη Λαφαζάνη, αναντικατάστατη για το παρόν, έστω «μεταβατικό» διάστημα, που όμως οφείλει να αναλάβει με τόλμη και προπαντός με μια νέα αυτοπεποίθηση την ευθύνη και την πρωτοβουλία για να υλοποιηθεί η τόσο απαραίτητη σαρωτική ανανέωση, σε αντιλήψεις, νοοτροπίες, συμπεριφορές, επετηρίδες. Είναι ο μόνος ίσως δρόμος για τη δραστική θεραπεία των χρόνιων αναπηριών μας.

Αλλά η ανανέωση για το Α.Ρ. αποτελεί από μόνη της ένα ολόκληρο ξεχωριστό κεφάλαιο. Όπως και η επιβεβλημένη προσπάθεια πάση δυνάμει να σταματήσει και να αναστραφεί η αιμορραγία σε στελέχη, όπως ο Κουβελάκης, ο Μπελαντής, ο Λαπαβίτσας, που απαγορεύεται να χαθούν.

Χρειάζεται επειγόντως, έπρεπε να είχε γίνει χθες, να κοπούν οι υπαρκτές γέφυρες με τον Σύριζα, παντού. Στην Περιφέρεια δεν γίνεται να συγκατοικούμε με το εκκολαπτόμενο νέο πουλέν του συστήματος τη Δούρου, που προετοιμάζεται στην καβάτζα, έχοντας προεξοφλήσει το τέλος του Τσίπρα.

Για τις συνδικαλιστικές παρατάξεις: από τη διάσπαση ακόμη του Κ.Κ.Ε., οι δυνάμεις του Α.Ρ. ήταν ισχυρές στους χώρους των «κλαδικών» οργανώσεων, ειδικά στις ΔΕΚΟ, το δημόσιο και τις τράπεζες. Το στοιχείο αυτό επέτρεψε αφενός στο Α.Ρ. να διατηρήσει μια γείωση σε χώρους της μισθωτής εργασίας με αυξημένη συνδικαλιστική δράση καθώς επίσης και να συντηρεί μιαν ορισμένη πανελλαδική δικτύωση. Η δικτύωση αυτή, που παραμένει ισχυρή μέχρι και σήμερα, αποτελεί ασφαλώς ένα από τα ζωογόνα στοιχεία και για το Α.Ρ. και για τη ΛΑΕ. Καλλιέργησε, ωστόσο, τον βολονταρισμό της αυτάρκειας και μιαν ορισμένη έπαρση και εφησυχασμό, με συνέπεια τα εργατικά μας στελέχη να κάνουν ελάχιστα απ’ όσα έπρεπε να γίνουν για το σπάσιμο των γραφειοκρατικών και εκφυλιστικών φαινομένων στο σ.κ., για τις κάθε λογής εργατικές αριστοκρατίες και τις εκπροσωπήσεις τους (με ορισμένες απ’ τις οποίες συμβιώναμε επί μακρόν και «εντός μας»). Για τα φαινόμενα του «επαγγελματισμού» και του «καριερισμού». Ακόμη λιγότερα έχουν γίνει για την ανανέωση του σ.κ., όχι φυσικά με στελέχη του «κομματικού σωλήνα» που έχουν αναπαραχθεί από μηχανισμούς μέσα από τις δοτές αποσπάσεις και απαλλαγές (το ίδιο εν πολλοίς ισχύει και για τη «νεολαία»). Από την άποψη αυτή, η πρωτοβουλία του σ. Χαρίση για το ΜΕΤΑ είναι το ελάχιστο μα απολύτως αναγκαίο βήμα προς την κατεύθυνση να αρχίσουν να σπάνε τα χρόνια αποστήματα. Και πρέπει να βρει τη συνέχειά της, δείχνοντας εμπιστοσύνη σε νέους συντρόφους που έχουν ζυμωθεί στα πρωτοβάθμια, στον ιδιωτικό τομέα της σύγχρονης επισφάλειας, στις πρωτοβουλίες ανέργων.

Αναγκαίο, επίσης, είναι να συζητήσουμε ανοιχτά μεταξύ μας για το ενδεχόμενο να βρεθεί αύριο ο Σύριζα στην «αντιμνημονιακή» αντιπολίτευση. Προσωπικά, το λέω από τώρα, έχω ετοιμάσει καδρόνι.

Επίλογος: Θεωρώ πως μια ουσιαστική θεωρητική συμβολή στην άρθρωση ενός προγραμματικού κειμένου αφορά κυρίως στο προχώρημα της διαλεκτικής ταξικό/εθνικό/διεθνικό. Και στο πολιτικό επίπεδο της εμβάθυνσης στο δίπτυχο ευρω/εθνική-λαϊκή κυριαρχία. Συμβολή για την οποία επιφυλάσσομαι σύντομα, προκρίνοντας, όμως, πως σήμερα επείγει  να αφήσουμε πίσω μας με θάρρος και ειλικρίνεια τις αποσιωπήσεις μας. Θα το βρούμε μπροστά μας.


4 σχόλια:

πικάπα είπε...

"Όποιος πιστεύει ότι αρκεί να πάρει τα συνθήματα , την φυσιογνωμία και τα ιδεολογικά χαρακτηριστικά του παλιού καλού ΣΥΡΙΖΑ και να τα σηκώσει απλώς από την «λάσπη της προδοσίας» είναι καταδικασμένος να ζει κάθε μέρα την ίδια μέρα από την αρχή. Και το βράδυ να κάνει ξανά και ξανά τον ανησυχητικό απολογισμό, πάντα τον ίδιο. Η ριζοσπαστική Αριστερά χρειάζεται

νέο πρόγραμμα,
νέα στρατηγική,
νέες συμμετοχικές διαδικασίες,
νέα ηγεσία, νέα υλικά.
Επίσης, και νέα θεωρία, εμπλουτισμό ριζικό της ήδη υπάρχουσας.

Χωρίς αυτά, η κοινωνική και πολιτική Αριστερά θα μείνουν «ακυβέρνητες πολιτείες». Και η κοινωνία θα παγιώσει τα χαρακτηριστικά της ως «παθητική». Δεν θα φταίει από μόνη της."

http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/giati-i-koinonia-fainetai-na-einai-pathitiki

Όποιος/α μπορεί να εργαστεί σε αυτή τη κατεύθυνση, νοιώθοντας και υπηρετώντας τα παραπάνω, καλείται να το κάνει. Πεισματικές αναπαλαιώσεις επί των ιδίων με "αυτοκριτικές" που "πρέπει να γίνουν", αλλά ποτέ δεν γίνοναι, "εργάζονται" μάλλον στην αντίθετη κατεύθυνση - αν και θα έλεγα ότι μάλλον τεμπελιάζουν - και μαζί δειλιάζουν.

Ότι μπορεί λοιπόν ας κάνει ο καθείς.
Bella ciao (αν και με εντελώς διαφορετικό νόημα από αυτό του smartass)

Σημ. [Παρεπιπτόντως, τα βασικά στοιχεία της κριτικής του Αντωνίου, σαφώς επιβεβαιώνουν την κριτική του Μπελαντή και πολλών άλλων. Απλώς εκφέρονται πιο ευγενικά και κάπως πιο διστακτικά, χωρίς να παρακολουθούν με συνέπεια τις λογικές συνέπειες των διαπιστώσεων στο "δια τάυτα". Αλλά και με αυτοαναιρετικά ολισθήματα. Π.χ με το "αναντικατάστατο", "προς το παρόν" του Λαφαζάνη, ο ίδιος ο Αντωνίου αναιρεί τον εαυτό του. Τι να κάνουμε; όλοι οι άνθρωποι έχουν αισθήματα και αναπολούν, και λυπούνται.. Αλλά ότι κι αν ήταν πάντα και ποτέ δεν ήταν κι ότι κι αν έκανε και δεν έκανε ο επικεφαλής (και οι συν αυτώ), εδώ και χρόνια τουλάχιστον, μια απλή παρακαλούθηση ¨ομιλίας¨ του είναι αρκετή για να πείσει σχεδόν τους πάντες για το "επείγον" της συνταξιοδότησής του (και των συν αυτώ). Γενικότερα, η ως τώρα τέτοια διαφαινόμενη συνέχιση του ΑΡ (και της ΛΑΕ) επι των ιδίων σαθρών θεμελίων, απλώς θα καθυστερήσει το ενδεχόμενο και το περιεχόμενο της πολυπόθητης "επανίδρυσης"]

Smart Asss είπε...

αγαπητοί (πικάπα included)...
Μια χαρά είναι όσα γράψατε σήμερα χτες και στο παρελθόν, και θα συνεχίσετε (καθότι αθεράπευτοι) να γράφετε και στο μέλλον
...και αφορούν 5-10-100-1000-2000 άτομα που ενδεχομένως θα χωρούσαν σε ένα αμφιθέατρο κλπ.

Η χώρα και οι κάτοικοί της ζουν την καθημερινότητα.
κάθε ώρα, κάθε μέρα που περνά κάποιο νέο πρόβλημα προστίθεται στα ήδη συσσωρευμένα προβλήματα του πολίτη με ένα κυνικά απονευρωμένο, άκαρδο κι άδικο δημόσιο, με την επιβίωσή του, με την τύχη του ιδίου και των παιδιών του, με την αναζήτηση της τύχης του στο εξωτερικό, με την ανεργία, με την ελαστική εργασία, με τα δάνειά του, με τις αυξανόμενες χωματερές που τον μολύνουν, με τις απ' ευθείας αναθέσεις, με τους παράνομους διορισμούς, με το απελπιστικά υποβαθμισμένο σύστημα υγείας, με τα μυριάδες φροντιστήρια της παραπαιδείας, με τα πάρκα/παιδικές χαρές που έχουν μετατραπεί σε σκουπιδότοπους, με τις ελλείψεις στην εκπαίδευση όλων των βαθμίδων, με τα τηλεοπτικά απορρίμματα κ.ο.κ...

Ταυτόχρονα με όλα αυτά τα ωραία, κάποιοι αυτοπροσδιοριζόμενοι "καθαροί" κάποιας τάσης της αριστεράς κονταροχτυπιούνται για την ορθότητα των θέσεών τους που ΘΑ πρέπει να υιοθετηθεί Από Εσάς και τους Όμοιούς Σας, για το καλό του λαού, ο οποίος συνεχώς βρίσκεται αντιμέτωπος με τα προααναφερόμενα, που έθεσα, ζητήματα.

Είστε όλοι σας σε καλό δρόμο.
Το μέλλον σας ανήκει.
Βενσερέμος.

Bella Ciao! (αν και με εντελώς διαφορετικό νόημα από αυτό του πικάπα, καθότι το δικό μου εννοεί "φέξε μου και γλίστρησα")

Σκεπτικιστης είπε...

Αγαπητε smart asss,

Για τα θεματα που βαζεις, θα μπορουσε να σου απαντησει καποιος πχ του κκε, ότι το κομμα εχει δημοσια καταθεσει προτασεις του για όλα.
Επισις είναι γνωστες σε ολους τους καλοπροαίρετους οι αποψεις για τις αιτιες, που δημιουργησαν (ποτε;) και διατηρουν το αδικο (για ποιους, για ολους;) δημοσιο, χωρις να το επιθyμουν (αληθεια;) kai καθαρα παρα την θεληση τους και γιατι δεν εχουμε ένα δημοσο της κατδιας μας, οπως το απαιτει η εποχη αυτή..

Η μηπως θελουμε (-ετε, -ουν) ένα δημοσιο που να εξυπηρετει την αυστηρα Ι διωτικη πρωτοβουλια...

Αλλα τι σου λεω τωρα, εεε;

Aφου για όλα φταιει ο Μαρξ και ο άλλος ο Χενγκελς!!!

PER ASPER' AD ASTRA

Σκεπτικιστης είπε...

Υ.Γ.

Σου εχει ζητηθεί σε διαφορες περιπτώσεις, να εξηγηθείς. Δεν το κανεις. Ενταξει δεχομαι ότι υπαρχει ελευθερια. Αλλα πρεπει να καταλαβαίνεις ότι με αυτή την τακτικη ή νοοτροπια, επιτρεπεις να βγαινουν συμπερασματα.